.jpg&w=604)
…στον δρόμο του για την Αμερική, όπου πήγαινε για να γευτεί χοτ – ντογκ.
Ή τουλάχιστον έτσι θέλει ο μύθος που ξεκίνησε να διαδίδεται το 1989 από τους θαμώνες της περίφημης καντίνας της πλατείας Μαβίλη. Η τριγωνική πλατεία με την προτομή της Αλίκης – τι ποιας Αλίκης; Της Βουγιουκλάκη. Που έγινε σάλος ότι δεν της μοιάζει καθόλου και τέσσερις μέρες μετά τα’ αποκαλυπτήρια κλάπηκε από αγνώστους που στην θέση της άφησαν μια σιδερώστρα. – το δροσιστικό σιντριβάνι και το ασύγκριτο βρώμικο, έχει κάτι το μαγικό.
Φώτο: Manteau Stam / Eftychia Vlachou
Από τη μια είναι πάνω στη Βασ. Σοφίας, ένα τσακ από το Μέγαρο Μουσικής και την Αμερικανική Πρεσβεία – η οποία έχει σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Gropius στα πρότυπα του Παρθενώνα, να μαθαίνουμε και κάτι - και από την άλλη είναι σα να στέκεται μόνη της, σαν ένας μικρός αυτόφωτος πλανήτης, όπου επικρατεί μονάχα η βαβούρα των θαμώνων και όχι της πολυσύχναστης λεωφόρου. Ο ιστορικός Λώρας, το ζαχαροπλαστείο του Μικέ, ο «νέος» Κύριος και το ανανεωμένο Flower , που πλέον προσφέρει πίτσα αντί για ουίσκι, είναι μερικά από τα ορόσημα της πλατείας.
Το Ough! μίλησε με την ψυχή της γειτονιάς που αναπτύσσεται πάνω απ’ τη Μαβίλη, δηλαδή τους μαγαζάτορες και τους θαμώνες της περιοχής και αποτύπωσε τον παλμό της πλατείας «που δεν κοιμάται ποτέ».
Η ιστορία της πλατείας ξεκινά στα μέσα του '30, όταν ονομάζεται «Στέγη Πατρίδος», λόγω της γειτνίασης της με τα «προσφυγικά» που είχε παραχωρήσει το ομώνυμο ίδρυμα σε άστεγους πρόσφυγες. Το 1938 ο Δήμος Αθηναίων για να τιμήσει τον ποιητή και βουλευτή Λορέντζο Μαβίλη, τοποθετεί την προτομή του στην πλατεία και την μετονομάζει προς τιμήν του. Τη δεκαετία του '50 χτίζονται οι πρώτες αριστοκρατικές πολυκατοικίες στις οποίες μετακομίζουν εύποροι αστοί. Σιγά – σιγά ανοίγουν τα πρώτα μαγαζιά, με πρωτοστάτη το ζαχαροπλαστείο Μικέ με την θρυλική, «πρωθυπουργική» τυρόπιτα. Ακολουθούν το παντοπωλείο o Κήπος και τα πρώτα μπαρ, όπως ο ιστορικός Λώρας που εδρεύει στην πλατεία από το 1967.
Το ρεπορτάζ του Ough! στην πλατεία Μαβίλη χωρίστηκε σε ένα πρωινό και ένα βραδινό μέρος, με το τελευταίο να καταλήγει σε κάτι ξέφρενους χορούς στο Μπρίκι που θα μείνουν για πάντα off κάμερα. Ο στίχος του Κώστα Λιβαδά «πλατεία Μαβίλη, τέσσερις παρά.», ξαναζεί κάθε βράδυ, μόνο που η συνέχεια του στοίχου ανήκει στον καθένα μας ξεχωριστά.