Ο Λακάν και το σπανακόρυζο
Φώτης Καγγελάρης

(Το σημαίνον του φαλλού ως αναπαράσταση).

Το να γράφεις για τον Φαλλό ισοδυναμεί με το να γράφεις ταυτόχρονα για τον θάνατο και τη ζωή. Δηλαδή, το σύνολο των νοημάτων μέσα στο οποίο η ανθρώπινη ύπαρξη συλλαμβάνει τον εαυτό της. Λέω νοήματα και όχι γεγονότα ή συμβάντα, επειδή ακριβώς το βίωμα του ανθρώπου συνίσταται στη νοηματοδότηση που αποδίδει ο ίδιος στην πραγματικότητα -την οποία φαίνεται να συλλαμβάνει ως νοούμενο ή εποπτεία- ενώ η ίδια η πραγματικότητα, το ‘καθ’ εαυτό’ (Ι. Καντ) να διαφεύγει –αν υπάρχει. Το συμβολικό δίκτυο (Ζ. Λακάν) εντός του οποίου κινείται είναι ένα πλέγμα νοημάτων –σημασιών– λέξεων που εκπροσωπούν την πραγματικότητα, το πράγμα (Ρ. Γιάκομπσον). Αυτός ο συμβολικός άξονας δομείται στις απαρχές μιας κοινωνικής ομάδας, μέσω επιμέρους συμβολικών διαδικασιών οι οποίες παρότι δεν σχετίζονται με την πραγματικότητα, δομούν την πραγματικότητα των σχέσεων με τον Άλλον και τον εαυτό και την συνοχή της κοινωνικής ομάδας.

Τέτοιες διαδικασίες είναι το ταμπού της αιμομιξίας, η τέχνη, η θρησκεία, η γλώσσα, το δώρο κ.α. (Κ. Λ. Στρως). Αυτό που έχει σημασία να καταλάβουμε είναι ότι οι συμβολικές διαδικασίες που δομούν τον κοινωνικό ιστό, παρότι συμβολικές – εκπροσωπούν, δεν είναι: το δώρο εκπροσωπεί, το χρήμα εκπροσωπεί, η διατροφική απαγόρευση εκπροσωπεί, οι συγγενικές απαγορεύσεις εκπροσωπούν, τα δρώμενα εκπροσωπούν –είναι ταυτόχρονα η ίδια η δυνατότητα να βρίσκεται ο άνθρωπος στην πραγματικότητα, αφού το σύνολο των επιμέρους διαδικασιών συγκροτεί τον συμβολικό άξονα ως εκπρόσωπο της ‘πραγματικής’ πραγματικότητας.

Μ’ αυτήν την έννοια ο Φαλλός, δεν είναι μια ανατομική διαφορά των φύλων, δεν πρόκειται για σωματικό όργανο απόλαυσης ή/και αναπαραγωγής. Δεν σχετίζεται με το πέος. Είναι ένα σημαίνον. Ένα πρωταρχικό σημαίνον, αυτό της επιθυμίας του Άλλου (Ζ. Λακάν) το οποίο δεν ανήκει σε κανένα από τα δύο φύλα, ενώ ταυτόχρονα επιθυμείται και από τα δύο. Και που σηματοδοτώντας τα ως σημαίνοντα αναδεικνύει τη διαφορά. 

Το σημαίνον του Φαλλού ως πρωταρχικό σημαίνον, σημαίνει την έναρξη της αλυσίδας των σημαινόντων, των σημασιών, του λόγου. Αποδίδει σημασία σε όλα τα τεκταινόμενα της πραγματικότητας, συχνά δε εκπροσωπείται από άλλα σημαίνοντα–σύμβολα, όπως το φίδι, το βλέμμα, οι εποχές του έτους, τα Ελευσίνια μυστήρια, την λατρεία του Διονύσου, τις Βακχικές τελετές, τον μύθο της Περσεφόνης, το κλειδί στην κλειδαριά, το ίδιο το ανθρώπινο σώμα, την οδοντόβουρτσα και το στόμα, τον καφέ και την ζάχαρη (ένας ασθενής μεταξύ άλλων, αδυνατούσε να φτιάξει καφέ με ζάχαρη, ακριβώς για να μην φέρει σ’ επαφή τα σημαίνοντα μεταξύ τους, τα οποία με τη σειρά τους εκπροσωπούν τα γονικά σημαίνοντα και άρα την σεξουαλική επαφή μεταξύ τους…)

Δεν υπάρχει κοινωνία ή εθνότητα που να μην αναφέρονται φαλλικές διαδικασίες οι οποίες να σχετίζονται με τον ρυθμό της κοινωνικής ζωής, ουσιαστικά με την ίδια την ζωή: Λίνγκαμ, κελτικές στήλες, Όσιρις, Πρίαπος, Γιν-Γιανγκ κ.λπ. οι οποίες υπακούουν στην ίδια λογική της κανιβαλικής τελετής καταβρόχθισης των γεννητικών οργάνων του εχθρού ή του συγγενή, ή της εξεικόνισης του Φαλλού στις προσόψεις των σπιτιών και των τάφων όπου “προσδοκώ ανάσταση (ανα-στυση) νεκρών”.

Αλλά και γενικότερα η ανάδειξη των αντιθέτων που συγκροτούν την ζωή, την πραγματικότητα, την σημασία, την λέξη στον συντακτικό και παραδειγματικό άξονα της γλώσσας, αφορμάται από το παιχνίδι της απουσίας-παρουσίας, το fort-da (Σ. Φρόυντ) που εξουσιοδοτείται από το φαλλικό σημαίνον.

Ανάσταση σημαίνει κάτι το οποίο στήνεται, ορθώνεται εκ νέου: ανα-στύνεται. Όπου υπάρχει ανάσταση, ταφή, πένθος, θρήνος, δοξολογία, παράκληση, αναζητείστε εαρινές διαδικασίες αναστήλωσης της συμβολικής λειτουργίας του Φαλλού.

Κι ενώ οι αιώνες εξελίσσονταν φυσικά, θα ’λεγα, απενοχοποιημένα, ο Βαλεντιανός ο Α’ το 330 μ.Χ. και ο Λέων Α’ το 472 μ.Χ. απαγορεύουν, την αρχαία θρησκεία, χαρακτηρίζοντάς την religio paganorum (απ’ όπου και ο όρος παγανισμός=χωρικός=ειδωλολάτρης). Την άνοιξη πια, ανασταίνεται ο Χριστός μετά τον ενταφιασμό του, δηλαδή μετά την μη-παρουσία του σώματός του και του λόγου του ως σημασίας στη γη. Ας σημειωθεί ότι ο Χριστός γεννιέται στη Βηθλεέμ (Ζ. Φρέιζερ) που σημαίνει ‘οίκος του σίτου’ και όπου προηγουμένως δοξαζόταν ένας άλλος Θεός, ο Άδωνις που σημαίνει Κύριος (των σιτηρών). Ο Άδωνις, Κύριος της καρποφορίας, επίσης ανασταίνεται την εαρινή περίοδο, όπως την ίδια εποχή συμβαίνει η γονιμοποίηση της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και γενικότερα οι αναστάσεις.

Έκτοτε, η δραματική αναπαράσταση των φαλλικών διαδικασιών επέρχεται, λόγω της απαγόρευσης, ως ‘επάνοδος του απωθημένου’. Η απαγόρευση που επιβάλλεται από την εκκλησία για τα αποκριάτικα δρώμενα είναι ουσιαστικά μια απαγόρευση για την παλιά θρησκεία η οποία δεν έλεγε να εξαφανιστεί. Και δεν εξαφανίστηκε. Η νέα θρησκεία από την οποία λείπει παντελώς η αναφορά στο Φαλλό, η οργιαστική διαδικασία, το καρναβαλικό γέλιο (Μ. Μπαχτίν) δεν μπόρεσε να εξαρθρώσει τελείως την παλαιά.

Ουσιαστικά πρόκειται για μια διαφορετική ανθρωπολογική προσέγγιση του σώματος. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα υπάρχουν παγανιστικά στοιχεία που επιβιώνουν ή μεταμφιέζονται μέσα στα χριστιανικά (αγιασμός νερού, θυσίες, φυλαχτά, εκκλησίες που χτίζονται πάνω σε προχριστιανικούς ναούς κ.λπ.) Φαίνεται ότι ο Αγ. Κυπριανός κατά την μετάλλαξή του από μάγο σε άγιο δεν αρνήθηκε πλήρως αυτό που πρέσβευε πριν.

Τώρα, στα καθ’ ημάς, λοιπόν, είναι μάλλον περιττό να καταγράψουμε τα έθιμα που έχουν επιβιώσει και σχετίζονται με τις αρχαίες δοξαστικές τελετές, τις φαλλοφορίες, τα σατουρνάλια -που σοφά σχετίζονται με το χειμερινό ηλιοστάσιο και τα οποία συναντάμε σ’ όλο τον ελληνικό χώρο σε πείσμα των απαξιωτικών φιρμανιών και απαγορεύσεων. Η μέρα, το φως, ο ερχομός της ζωής αρχίζει να μεγαλώνει από την 9η Δεκεμβρίου κατ’ αρχήν από την Δύση, ενώ από την Ανατολή αρχίζει να μεγαλώνει από την 14η Ιανουαρίου. Τα σπλάχνα της γης δονούνται πια από την γονιμοποίηση. Κάποια πρόωρα τέκνα –αμυγδαλιά- τίκτονται νωρίς. Η φύση ζευγαρώνει, αρχίζει να συνευρίσκεται, να συν-ουσιάζεται. Ο Μέγας Φαλλός δρα ακατάπαυστα. Το πάρτι αρχίζει.

Στις περισσότερες περιοχές ο οργιαστικός χαρακτήρας των εκδηλώσεων κοινοποιείται μέσα στη συμπεριφορά. Θα λέγαμε ότι ο Φαλλός ως σημαίνον, είναι πραγματικά απών, αλλά ως τέτοιο εξουσιοδοτεί το υπονοούμενο και την μεταμφίεση να αποδώσουν συμβολικά το ζητούμενο. Υπάρχει μια ‘επάνοδος του απωθημένου’, μια εκταφή της ενταφιασμένης απόλαυσης μέσα στον ψυχισμό, όπως υπάρχει η εκταφή της φύσης μετά την μακρά περίοδο του χειμώνα, που παίρνει μορφή κυρίως σεξουαλικών διεργασιών, ή γενικότερα μια δοξολογία του επανεμφανιζόμενου σώματος ως σώμα απόλαυσης μετά από μακρά περίοδο αποχής, εξαφάνισης, απαγόρευσης, θανάτου. Το πάσχον σώμα ανα-‘στύνεται’.

Ωστόσο υπάρχει ένα δρώμενο, στον Τύρναβο, το επονομαζόμενο Μπουρανί, είδος σπανακόρυζου χωρίς λάδι (δηλαδή χωρίς βιταμίνη Ε η οποία ως γνωστόν σχετίζεται με την σεξουαλική λειτουργία –φάε λάδι κι έλα βράδυ- ως αντίβαρο και μετριασμό της αχαλίνωτης επιθυμίας;). Εδώ η αναπαράσταση δεν συντελείται από τα υπονοούμενα και τα συμφραζόμενα. Εδώ ο Φαλλός αναπαρίσταται ως πραγματικότητα. Αλλά επειδή κάθε αναπαράσταση καταδεικνύει αυτό που λείπει, κάθε αναπαράσταση κι εξεικόνιση είναι αναπαράσταση ενός σημαίνοντος, το οποίο σημαίνον εκπροσωπεί την απουσία του πράγματος, και εδώ του Φαλλού, η πραγματικότητα του Φαλλού εξαντλείται φυσικά στην αναπαράστασή του. Το σημαίνον Φαλλός είναι ασύλληπτο. Ο Φαλλός, όπως είπαμε, δεν είναι όργανο ανατομίας. Είναι σημαίνον κανονιστικό της τάξης του κόσμου, της τάξης του λόγου, του συμβολικού πεδίου. Εξ’ άλλου το μέγεθος του κατασκευαζόμενου Φαλλού δεν μιλά για πέος σε στύση. Μιλά για το σημαίνον Φαλλός ως πρωταρχική σημασία της σημαίνουσας σημασίας των νοημάτων: από εδώ αρχίζουν όλα.

Μπορούμε επίσης να διακρίνουμε μια παντοδυναμία που προκύπτει ως έκφραση απεριόριστης χαράς (όλα μπορούν να συμβούν, όλα επιτρέπονται, όλα γίνονται) και που οφείλεται σε μια παλινδρόμηση όπου η ταύτιση με τον Φαλλό, σημαίνει παλινδρόμηση σε μια περίοδο της ανθρώπινης ηλικίας όπου το ‘είμαι ο Φαλλός’ δεν είχε δώσει ακόμα την θέση του στο ‘έχω Φαλλό’. Μια παλινδρόμηση σε μια νοσταλγική εποχή, όπου ο τόπος της επιθυμίας δεν είχε γνωρίσει ακόμα τα όρια της πραγματικότητας, το συμβολικό πεδίο. Ίσως δεν είναι τυχαίο που στις Λατινογενείς γλώσσες ο Φαλλός είναι συμπαραδηλούμενο της τρέλας. Στα Γαλλικά fou, fol και στα Ιταλικά folle: εκτός πραγματικότητας.

Εξάλλου η ετυμολογία του Φαλλού από το ινδοευρωπαικό bhel που σημαίνει φουσκώνω, μας παραπέμπει στην ετυμολογία του ονόματος του Οιδίποδα –που σημαίνει αυτός που έχει φούσκωμα–οίδημα στα πόδια. Βλέπουμε την παρεισφρύουσα σημασία του Φαλλού, θεωρώντας τον Οιδίποδα ολόκληρο ως Φαλλό, σε μια άγονη διαδικασία θανάτου επειδή ακριβώς δεν εντάχθηκε –άθελά του- μέσα στις συμβολικές διαδικασίες. Η υπερ-απόλαυση είναι θάνατος (Ζ. Λακάν). Το ότι τυφλώνεται στο τέλος, είναι μια συμβολική κίνηση αναχαίτισης της ανεξέλεγκτης καταστροφικότητας του Φαλλού, ένας αυτοευνουχισμός (βλέμμα = φαλλός) πριν ενταχθεί τελικά στον συμβολικό ιστό.

Στο Μπουρανί η αναπαράσταση, όπως και κάθε αναπαράσταση –στο όνειρο, στο θέατρο, στη λέξη…- δείχνει την απουσία του αναπαριστώμενου.

Μα τι άλλο είναι η ζωή παρά απουσία νοήματος, αλλά που αυτή η απουσία κάνει τα νοήματα να υπάρχουν;



back to main