
Ο κύριος Νίκος και η κυρία Βούλα πρωτοσυναντήθηκαν στο τραμ και είναι μαζί εδώ και πενήντα χρόνια. Tο 1968 έστησαν την Tsioti Toys, την μοναδική εταιρία με λούτρινα παιχνίδια στην Ελλάδα. Ακολούθησε τεράστια επιτυχία εντός και εκτός συνόρων. Εδώ όσα είπαν στο ough!
Φωτο: Manteau Stam
Κάπου στον Κολωνό, εκεί που στη Λένορμαν βρίσκεις ένα κομμωτήριο όπου τα πάντα είναι κόκκινα [ακόμα και η πινακίδα στο δρόμο που γράφει την οδό], ακριβώς πριν φτάσεις στο κτίριο του πρώην καπνεργοστάσιου που τώρα είναι βιβλιοθήκη, στρίβεις αριστερά και προχωράς προς τα Jumbo. Αν είσαι προσεκτικός, στο δεξί σου χέρι, βρίσκεις την παρακάτω βιτρίνα που μοιάζει με μουσείο παιχνιδιών. Παρόλο που μια ξεκάρφωτη βιτρίνα με λούτρινα παιχνίδια στη γωνία ενός δρόμου δεν είναι και ό,τι πιο συνηθισμένο ως εικόνα, σίγουρα δεν θα σου περνούσε ποτέ απ' το μυαλό το στόρι που κρύβεται πίσω της.
Από την συγκεκριμένη βιτρίνα που συναντήσαμε τυχαία, καταλήξαμε σε μία από τις οικογένειες που έχουν σημαδέψει το ελληνικό παιχνίδι. Την οικογένεια Τσιώτη, που για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες κατασκεύαζε λούτρινα παιχνίδια. Η περίπτωσή τους είναι ξεχωριστή και με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, επειδή αποτελούν κομμάτι των παιδικών αναμνήσεων εκατομμυρίων παιδιών στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον κόσμο. Μιλάμε για την πιο πετυχημένη ελληνική βιοτεχνία λούτρινων παιχνιδιών, ιστορική και με τεράστια επιτυχία στο εξωτερικό. Για την ακρίβεια, ήταν η δεύτερη πιο μεγάλη επιχείρηση λούτρινων παιχνιδιών στην Ευρώπη [μετά τη γερμανική Steiff], η οποία τροφοδοτούσε με παιχνίδια όλα τα παιχνιδάδικα στην Ελλάδα, μεγάλα και μικρά. Εκατομμύρια λούτρινα παιχνίδια από το τέλος των '60s έχουν μεγαλώσει γενιές παιδιών, όλα χειροποίητα, ραμμένα ένα-ένα στο χέρι, και made in Greece. Η κυρία Βούλα που τα σχεδίασε είναι αυτοδίδακτη και ξεκίνησε σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας στο χέρι ξύλινα έπιπλα για κουκλόσπιτα. Από πολύ μικρή. Αν δεν ήταν στην Ελλάδα, θα είχε βραβευτεί για την προσφορά της [θα μου πεις, από ποιον; Περισσεύουν εδώ βραβεία για την κυρία Βούλα;].
Σίγουρα δεν υπάρχει ελληνικό σπίτι των '70s, των '80s και των '90s που να μην έχει ένα τουλάχιστον απ' τα ζώα που έχει φτιάξει, έστω και χωρίς να γνωρίζει το δημιουργό τους. Στο Μινιόν και στους Λαμπρόπουλους έδιναν εκατομμύρια κομμάτια κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, μαγαζιά παιχνιδιών από το εξωτερικό τους έκαναν ειδικές παραγγελίες, το σήμα τους [που μοιάζει με τον fantastic mr. fox] ταξίδεψε σε κάθε χώρα του κόσμου, έφτιαχναν τη μασκότ για τα κλαμπ της Νίνα Χάγκεν στη Γερμανία κι άλλα πολλά, που σήμερα ακούγονται αρκετά απίστευτα. Η τελευταία της δημιουργία ήταν το τεράστιο αρκουδάκι των Goodys. Μετά ήρθαν τα κινέζικα και γάμησαν την πιάτσα. Ήρθαν και τα Jumbo που γέμισαν με κινέζικα επειδή είναι πιο φτηνά, κι ας είναι άθλιας ποιότητας. [H ειρωνεία είναι ότι από εκεί που βρίσκεται η βιτρίνα βλέπεις φάτσα την ταμπέλα ''Jumbo'' στο τέλος του δρόμου].
Στο μαγαζί τους στην οδό Διστόμου –γεμάτο με γούνινες κούκλες με μορφές ζώων- υπάρχει και το εργαστήριό τους που κάποτε έζησε μέρες δόξας. Τώρα είναι σχεδόν παροπλισμένο, αλλά η κυρία Βούλα μας έδειξε την διαδικασία παρασκευής ενός πάνινου ζώου, τον τρόπο που σχεδιάζεται το κάθε ένα, κομμάτι κομμάτι [μερικά αποτελούνται για περισσότερα από 40!], τον τρόπο που φτιάχνονται τα καλούπια, που κόβονται στην πρέσσα, το ράψιμο, το αναποδογύρισμα, το γέμισμα με το πανί απ’ το μηχάνημα που θυμίζει χωνί.
Ο κ. Νίκος και η κ. Βούλα μας υποδέχτηκαν πολύ θερμά και μας διηγήθηκαν ιστορίες μιας ζωής ως δημιουργοί παιχνιδιών, με ταξίδια σε εκθέσεις του εξωτερικού, διπλές βάρδιες και αμέτρητα ξενύχτια με γυναίκες της γειτονιάς που επιστρατεύονταν για να προλάβουν τις παραγγελίες. Θυμήθηκαν την περίπτωση του Γκόρκι, της μασκότ της γερμανικής αλυσίδας με κλαμπ που χρειάστηκε να σχεδιαστεί "κατ' εικόνα" και έγινε ένα από τα πιο πετυχημένα κομμάτια τους και την σειρά των τεράστιων καγκουρό που τους παρήγγειλε ένας Δανος στην έκθεση της Νυρεμβέργης και έπρεπε να κατασκευαστούν άμεσα. "Μέχρι να έρθουμε στην Ελλάδα μας είχε στείλει έμβασμα στην τράπεζα χωρίς καν να δει το προϊόν" μας λένε με ενθουσιασμό.
"Και ποια ήταν η αντίδραση όταν έλαβαν; Μας έστειλαν fax: 'μείναμε απόλυτα ευχαριστημένοι!".
Από τις ώρες που μείναμε στο μαγαζί και τις αφηγήσεις τους -οι οποίες έγιναν πολύ προσωπικές κάποιες στιγμές- αυτά είναι όσα επιτρέπεται να μεταφερθούν:
Κ. Νίκος: Τα Tsioti Toys ξεκίνησαν το 1968. Η φίρμα μας είναι η πιο παλιά στο λούτρινο στην Ελλάδα. Επί 26 χρόνια είχαμε μόνιμο περίπτερο στη Νυρεμβέργη, στην μεγαλύτερη έκθεση παιχνιδιών στον κόσμο. Έρχονταν οι Γερμανίδες και το άδειαζαν. Δεν υπάρχει Γερμανίδα που να μην έχει πάρει μίνι γατάκι Tsioti. Τα χρόνια εκείνα, το 60% της παραγωγής έφευγε στην Ευρώπη και Αμερική. Στην Ελλάδα συνεργαζόμασταν με Μινιόν, Λαμπροπουλαίους κ.τ.λ. Η Ευρώπη γενικά δεν βγάζει, ούτε έβγαζε λούτρινο, γιατί είναι χειροποίητο και έχει κόστος μεγάλο. Μόνο ο Steiff στην Γερμανία έβγαζε.
Η κυρία Βούλα, η γυναίκα μου, είναι η δημιουργός. Εγώ ήμουν χημικός μηχανικός και τα παράτησα όλα για να βοηθήσω στην επιχείρηση. Η Βούλα είχε το δημιουργικό κομμάτι και εγώ κανόνιζα τις παραγγελίες, τις τιμές κτλ.
Κ. Βούλα: Ξεκίνησα από μικρή να φτιάχνω ξύλινα παιχνίδια. Ο πατέρας μου είχε ένα εργοστάσιο με μηχανήματα ξυλουργικά και εγώ σαν το αγοράκι έμπαινα εκεί, σχεδίαζα και έφτιαχνα ό, τι μπορείς να φανταστείς: παιχνίδια καροτσάκια, σαλονάκια κ.τ.λ. Αρχικά τα χάριζα στα παιδιά της γειτονιάς και στα ανίψια, μετά τα εμπορευόμουν σε μεγάλα μαγαζιά: Λαμπρόπουλο, Μινιόν, Κατράντζο γιατί ήταν ποιοτικά παιχνίδια και έφευγαν αμέσως. Μέχρι και η βασίλισσα με είχε βραβεύσει.
Αφού απέκτησα τον δεύτερο γιό μου, ξεκίνησα κρυφά και από τον σύζυγο και απ’ όλους τα λούτρινα παιχνίδια. Το πρώτο που έκανα ήταν ο παπουτσωμένος γάτος. Ήμουν άρρωστη μια φορά, πρόβαλλαν τα παιδιά μου στο τοίχο το παραμύθι και βλέπαμε όλοι μαζί. Από εκεί μου ήρθε η ιδέα.
Τα σχεδίαζα όλα μόνη μου, δεν έχω αντιγράψει ούτε ένα αυτί. Μετά, έκοβε το μυαλό μου και έβρισκα τι υλικά θα χρησιμοποιήσω, πώς ακριβώς θα τα κάνω. Η επιχείρηση άρχισε να μεγαλώνει. Κάποια στιγμή είχα τριάντα κοπέλες στο εργαστήριο. Είχα και μια βλαχούλα. Έβλεπε τι έκανα, τι λύσεις έβρισκα στην κατασκευή των λούτρινων και έλεγε: «Κυρία Βούλα, εφρεύεση!».
Στο πρώτο μου περίπτερο με παιχνίδια, στην έκθεση στο Ζάππειο περνάει ο Κουβαλιάς με τα παιχνίδια και μου λέει: «Είσαι άξια. Προχώρα». Όταν πηγαίναμε στη Γερμανία, στην έκθεση παιχνιδιών, δεν το πίστευαν ότι ήμασταν απ’ την Ελλάδα, ότι έκαναν και οι Έλληνες κάτι καλό. Με περνούσαν για Σπανιόλα ή για Ιταλίδα. Πλέον τα Tsioti Toys μπορείς πλέον να τα βρεις μόνο εδώ, στο εργαστήριό μας. Κλείσανε όλα τα παιχνιδάδικα, μόνο τα Jumbo υπάρχουν και πουλάνε τα κινέζικα.
Βρέθηκα μια φορά στη Καλιφόρνια και βλέπω μέσα σε ένα μαγαζί ένα δικό μου μοντέλο, ένα γατάκι. Οι Κινέζοι είχαν αγοράσει ένα δικό μου παιχνίδι από την Γερμανία και το είχαν αντιγράψει, το είχαν βγάλει στη αγορά. Αλλά το είχαν βγάλει μάπα.
Η Βίσση ερχόταν και αγόραζε τα παιχνίδια μας. Η Σοφία, η κόρη της μεγάλωσε με αυτά. Το ίδιο και η Κουλιανού. Και η Ναταλία Γερμανού.
Ασχολούμαι και με υψηλή ραπτική. Σχεδιάζω τουαλέτες. Και τα δικά μου ρούχα εγώ τα σχεδίαζα πάντα. Πότε δεν ήμουν ευχαριστημένη αν έπαιρνα ένα έτοιμο φόρεμα. Έπρεπε να το φτιάξω στα μέτρα μου, στο σώμα μου. Να βάλω κάτι και να το φοράει και άλλη ίδιο; Αποκλείεται. Μια από τις αδερφές μου ήταν πρεμιέρα μοντελίστ στου Τζομπανέλη και από εκείνη είχα μάθει και εγώ.
Στα 18 μου ήμουν βασίλισσα του καρναβαλιού στην Πάτρα. Δεν ήθελα να το κάνω, αλλά η μητέρα μου ήταν μικρασιάτισσα, σύγχρονη μητέρα και μου έλεγε «Ανέβα παιδάκι μου στα λουλούδια πάνω, δεν είναι κακό» και το έκανα. Ωραία ήταν, έχω κάτι να θυμάμαι.
Με τον σύζυγό μου είμαστε μαζί 50 χρόνια. Την πρώτη φορά τον είδα στο τραμ. Κάναμε την ίδια διαδρομή, με έβλεπε και με χαιρετούσε. Δεν τον ήθελα όμως. Ήταν πολύ όμορφος, ήταν κούκλος και έλεγα δεν μπορώ να τον κυνηγάω από πίσω, δεν γίνεται. Μα ήτανε σαν ήλιος, ήταν το κάτι άλλο. Μετά πλεύρισε την αδερφή μου για να μου μιλήσει και έτσι γνωριστήκαμε.
Το ’94 είχε αρρωστήσει αδερφός μου και η Μπέλλου ήταν στο διπλανό δωμάτιο. Ήρθε μια μέρα και μου είπε «Κοίτα, αυτά τα χάπια θα τα πάρω όλα απόψε». Από τότε την αγάπησα πάρα πολύ και ενώ ήμουν πνιγμένη με την δουλειά, πήγαινα την έπαιρνα με ένα βαν που οδηγούσα, την έβαζα πάνω ψηλά και την πήγαινα βόλτα. Απ’ το νοσοκομείο την έκλεβα και την πήγαινα βόλτα.
Η κυρία Βούλα μπορεί να πέρασε πολλές περιπέτειες με την υγεία της και να σταμάτησε για λίγο, αλλά δεν άφησε μια αρρώστια να τη νικήσει, συνεχίζει να φτιάχνει παιχνίδια για όποιον τα παραγγείλει, ακόμα κι αν είναι πρατήρια βενζίνης που τα δίνουν για δώρο στους πελάτες τους...
back to main