Όνειρα σε VHS
Μαρία Παππά

Ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες βιντεοκασετών στην Ελλάδα διηγείται στο ough! ιστορίες VHS τρέλας και μιλάει για το τέλος ενός μέσου που εξαφάνισαν το DVD και το download.

Το VHS ή διαφορετικά η γνωστή σε όλους μας βιντεοκασέτα [τουλάχιστον σε όσους είναι πάνω από 30] λανσαρίστηκε για πρώτη φορά το 1976 σε ένα ξενοδοχείο στην Ιαπωνία. Ήταν μια επαναστατική εφεύρεση, που άλλαξε τον τρόπο που αντιμετώπιζαν τις ταινίες και την τηλεόραση εκείνη την εποχή. Ο μέσος θεατής είχε άμεση πρόσβαση σε χιλιάδες ταινίες και σειρές, με μικρότερο κόστος από ενός εισιτηρίου για το σινεμά. Στην Ελλάδα –που δεν υπήρχε ιδιωτική τηλεόραση μέχρι το 1989– ήταν σαν το μάνα εξ’ ουρανού και αποθεώθηκε όσο κανένα άλλο μέσο της δεκαετίας του ’80. Μια ολόκληρη γενιά  μπήκε ολοταχώς στην εποχή της τεχνολογίας, της πληροφορίας και της τσόντας, αποκτώντας απλά μια κάρτα μέλους σε ένα βίντεοκλαμπ. Και ένα βίντεο [εκείνη την εποχή, πανάκριβο]. Ποιος δεν έχει κάνει ουρές σε βίντεοκλαμπ για να νοικιάσει μια «πολυσυζητημένη ταινία»; Το 2012, η βιντεοκασέτα είναι είδος προς εξαφάνιση –παρά τις προσπάθειες καλλιτεχνών για την αναβίωσή της -το διαδίκτυο είναι σε μεγάλο μέρος υπεύθυνο γι’ αυτό. Παραδόξως όμως, όσο η τεχνολογία κάνει την ζωή μας πιο εύκολη και η πληροφορία κατακλύζει την καθημερινότητά μας, υπάρχει μια αίσθηση απώλειας αλλά και θαυμασμού για μια αναλογική εποχή που πέρασε. Αυτό τουλάχιστον βγαίνει από την συζήτηση που είχαμε με έναν από τους τελευταίους συλλέκτες του είδους, το Νίκο Καρακίζη, το πάθος του οποίου για ταινίες σε VHS τον έχει βάλει αρκετές φορές σε απρόσμενες και αστείες περιπέτειες μέχρι να ανακαλύψει τις πολυπόθητες κόπιες.

Φωτό: Manteau Stam


Γιατί βιντεοκασέτα;
Από πιτσιρικάς είχα κόλλημα με τις ταινίες και τα θρίλερ. Η πρώτη ταινία που με ταρακούνησε, ήταν το 1987. Είχα πάει σινεμά με τη μητέρα μου και είχα δει το Robocop, το πρώτο, στο οποίο είχα πάθει σοκ. Το είδα και πρόσφατα και εκεί φαίνεται η δύναμη της ταινίας. Το βλέπεις και λες είναι μια ταινία πολύ μπροστά από την εποχή της. Είχα φάει ένα κόλλημα και τότε δεν υπήρχε ούτε ίντερνετ, ούτε τίποτα. Ήταν το 91-92, ήμουν ακόμη γυμνάσιο και έπαιρνα το περιοδικό Σινεμά. Έγραψαν το ‘92 για το Brain Dead του Peter Jackson και έλεγε ότι δεν υπάρχει αυτή η ταινία στην Ελλάδα και ούτε πρόκειται να βγει. Έβαλα λοιπόν μια αγγελία στην εφημερίδα «ζητούνται ταινίες-θρίλερ για αγορά» . Τότε, το μόνο μέσο ήταν το βίντεο. Από την αγγελία με είχε πάρει τηλέφωνο ο Βλασσόπουλος, που είχε το Splatterzine. Ήταν η εποχή των φανζίν. Τον είχα λοιπόν ρωτήσει αν αυτά τα πράγματα είχαν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα και μου είχε πει ότι, «ναι, είχαν βγει, ακόμα και πιο άγνωστες ταινίες». Ε, από εκεί μου κόλλησε το μικρόβιο. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να δεις ταινίες. Υπήρχε και ένα μπάχαλο με τις εταιρίες τότε, ο καθένας άνοιγε μια εταιρεία και έβγαζε ό,τι ήθελε. Δεν ήξεραν τι έβγαζαν οι άνθρωποι. Είχαν και αξία, γιατί η Ελλάδα ήταν από τις λίγες χώρες που δεν είχε λογοκρισία και έβγαιναν κυρίως ιταλικές ταινίες τρόμου. Μία συγκεκριμένη την είχαμε πουλήσει σε συλλέκτη στην Αγγλία -πάντα μέσω αλληλογραφίας από περιοδικά-, γύρω στις 500 λίρες. Στην Ελλάδα, την έβρισκες 300 δραχμές στο Μοναστηράκι. Το συγκεκριμένο ήταν γυρισμένο και στην Ελλάδα, σε ένα νησί. Δεν μπορούσες να φανταστείς τι έβγαζαν τότε. Δεν υπήρχε κριτήριο. Έβγαζαν ότι να’ ναι. Για να τα πάρουμε όμως με κάποια σειρά, γνώρισα το Βασίλη Μπαρούνη πάλι μέσω αγγελίας το 1997, ο οποίος είχε πιο μεγάλη τρέλα από μένα και πηγαίναμε παρέα στην επαρχία με το αμάξι σαν σε διακοπές. Είχαμε φτάσει μέχρι τον Έβρο. Ρωτάγαμε για βίντεο-κλαμπ που είχαν κλείσει. Με το ίντερνετ γνωρίσαμε περισσότερο κόσμο που ενδιαφερόταν για ελληνικές κασέτες. Υπάρχουν κάποιες ταινίες που δεν έχουν βγει πουθενά αλλού, παρά μόνο σε ελληνική βιντεοκασέτα, π.χ. μια πειραματική ταινία του Carmelo Bene η οποία είναι από τις πρώτες βιντεοκασέτες που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα. Δεν ξέρω για ποιο λόγο βγήκε μόνο  στην Ελλάδα. Ένα πειρατικό DVD που υπάρχει στο ίντερνετ είναι από αυτή την έκδοση. Βέβαια παίζεται πού και πού στην Ιταλική τηλεόραση, αλλά επίσημα, από εταιρεία, έχει βγει μόνο στην Ελλάδα και μπορεί κάποιος συλλέκτης να έδινε 700-800 ευρώ μόνο γι’ αυτό. Τώρα βέβαια με τα download, απευθύνονται σε πολύ συγκεκριμένο κοινό τα ορίτζιναλ. Η αξία τους έχει πέσει κατακόρυφα. Δεν είναι όμως θέμα τα λεφτά, γιατί σκέφτομαι το τι τράβηξα για να τα μαζέψω και το τι περιπέτειες έχω περάσει και με τον μακαρίτη τον Μπαρούνη και με τον Φωκίωνα, από ένα σημείο και μετά. Τρελά σκηνικά. Είναι κάποιες ταινίες που όλα αυτά τα χρόνια μπορεί να τις έχω δει μόνο μία φορά. Σαν ταινίες δεν είναι σπάνιες, όπως το Blood to Dracula του Warhol π.χ., αλλά είναι μοναδικές σαν έκδοση. Την συγκεκριμένη βιντεοκασέτα την είχα βρει στην Πάτρα και δεν την είχε ξαναδεί ποτέ κανένας. Είναι full screen επειδή το έχουν τραβήξει μέσα στο σινεμά. Έχουν κάνει ζουμ και στην κάμερα και είναι χάλια. Δεν βλέπεται.


Πόσες έχεις περίπου;
Δεν τις έχω μετρήσει, αλλά από ένα πρόχειρο υπολογισμό είναι γύρω στις 1800.

Ποια ήταν η πρώτη που αγόρασες;
Το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Κιούμπρικ! Το πήρα όταν ήμουν στο γυμνάσιο. Το βρήκα σε ένα βίντεο-κλαμπ στο Μαρούσι. Είχε η μητέρα μου το σάουντρακ σε βινύλιο και έβλεπα το εξώφυλλο και αναρωτιόμουν «τι ταινία να είναι αυτή τώρα;». Είναι και η αγαπημένη μου ταινία μέχρι σήμερα.


Τώρα μπορείς να βρεις βιντεοκασέτες;
Πολύ λίγα πράγματα. Πολύ δύσκολο. Στο εξωτερικό κάνουν κύκλους στο ebay κάποια συγκεκριμένα, αλλά σε κάτι τρελές τιμές. Τώρα δεν υπάρχουν και λεφτά για να τα αγοράζω ορίτζιναλ. Δεν είναι ίδιο όπως παλιά. Είχαμε άλλη τρέλα, γιατί δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τις δεις, ούτε τηλεόραση, ούτε ίντερνετ. Τώρα υπάρχουν blogs που έχουν ένα τεράστιο φάσμα από όλο τον κόσμο για κατέβασμα, μέχρι και ταινίες από Νότιο Αφρική. Κάποτε ένας συλλέκτης από την Αυστρία ήθελε να του δώσω το «Η καταιγίδα στην έπαυλη των οργίων» για 4000 ευρώ. Η ταινία λέγεται «The Night Evelyn Came Out of The Grave» και δεν πάει το μυαλό σου τι είναι. Στη συγκεκριμένη βιντεοκασέτα έχουν κάνει λάθος τις μπομπίνες επειδή ήταν από κινηματογράφο. Έχουν ξεκινήσει την ταινία από τη μέση και βλέπεις το τέλος μετά από λίγο και μετά συνεχίζεται από την αρχή. Αν παρατηρήσεις αυτά που γράφουν από πίσω είναι από τα flyer με την περίληψη της ταινίας που δίνανε όταν έμπαινες στο σινεμά. Αυτοί που είχαν τις εταιρίες ήταν τελείως μπακάληδες. Ο τύπος, δηλαδή, έβλεπε τα εξώφυλλα, του άρεσε κάτι και έβαζε έναν τίτλο ότι να’ ναι. Ο ελληνικός τίτλος στο «The Girl from Rio» του Jesus Franco ήταν «Κορμιά διψασμένα για ηδονή και αίμα»! Ο Jesus Franco μπορεί να έκανε σκουπιδοταινίες, αλλά είχαν φανταστικά σάουντρακ και πολύ ωραίες γυναίκες ηθοποιούς. Κάτι άλλο για τις εταιρίες που έβγαζαν τις κασέτες: τα εξώφυλλα πολλές φορές είναι από άλλες ταινίες. Παράδειγμα, μπορεί να είχαν σε μια αποθήκη 500 με 1000 αφίσες από ταινίες και έφτιαχναν κολάζ. Έβγαζαν π.χ. μια περιπέτεια και είχε από άλλη ταινία εξώφυλλο. Προσπαθούσαν να εντυπωσιάσουν τον κόσμο τότε, που δεν ήξερε. Αλλά δεν ήταν κανόνας αυτός. Γενικά στην Ελλάδα δεν μπορεί να χαρτογραφηθεί τι είχε βγει σε βιντεοκασέτα. Ήταν αχανείς οι κυκλοφορίες. Είχαν βγει άπειρα πράγματα. Δεν υπήρχε και έλεγχος.


Γιατί γινόταν αυτό;
Πολλοί είχαν μια εταιρεία και άλλαζαν το όνομά της για να γλιτώσουν την εφορία και να μην πληρώνουν. Επίσης σε πολλές απ’ τις περιλήψεις έγραφαν κυριολεκτικά ό,τι τους κατέβαινε στο κεφάλι. Έβγαζαν ταινίες τρόμου που ο ένας έτρωγε το έντερο του άλλου στο εξώφυλλο και έγραφαν ταινίες για όλη την οικογένεια. Παρόμοια λογική με αυτούς που έβγαζαν τις βιντεοκασέτες είχαν και οι βιντεοκλαμπάδες. Οι 9 στους 10 δεν ήξεραν τι έφερναν στο μαγαζί τους. Έφερναν ό,τι ήταν πιο φτηνό, ό,τι τους άρεσε απ’ το εξώφυλλο και γι’ αυτό δεν ήξεραν την αξία τους. Έχω ακούσει διάφορα. Ήταν κάποιος σε ένα χωριό κοντά στο Βόλο ή στα Φάρσαλα, ο οποίος το είχε κλείσει το μαγαζί και έφτιαχνε τρακτέρ. Πάμε και τον βρίσκουμε μέσα στα λάδια, τον ρωτάμε για το βιντεοκλαμπ που είχε παλιά και μας πάει σε μια αποθήκη τεράστια. Διαλέξαμε σε μια πρώτη φάση 100 κασέτες και του λέμε «θα θέλαμε να τις αγοράσουμε», λέει «ναι, πόσο;», λέμε «εσείς να μας πείτε.» Λέει «500 δρχ. τη μία είναι καλά; - σε δραχμές τότε», λέμε «ναι, μια χαρά» και μας λέει «τι λέτε ρε παιδια; Άντε φύγετε από δω». Μα του λέμε, «εσείς μας είπατε!», «Ρε άντε», λέει, «της εφορίας είστε σας ξέρω καλά εγώ εσάς». Μας έδιωξε κακήν κακώς. Ένας άλλος στα Χανιά, ο κυρ Αντρέας, είχε φυλάξει τις κασέτες σε μια αποθήκη με κρασιά και τυριά και οι μισές είχαν μουχλιάσει. Δεν ήξεραν τι είχαν οι άνθρωποι.


 Ποια ήταν πιο δύσκολο να βρεις;
«Η καταιγίδα στη Βίλα των Οργίων». Και συγκεκριμένα, αυτό το αντίτυπο είχε βρεθεί στην Δραπετσώνα σε ένα βίντεο-κλαμπ που είχε τεράστια ποσότητα και μας την άφησε 1000 δρχ. τότε.


Υπάρχουν ακόμη τέτοιου τύπου βιντεοκασέτες πια; Ή τις έχουν πετάξει;
Τέτοιου τύπου δεν υπάρχουν. Ελάχιστα μαγαζιά τις έχουν κρατήσει. Είτε σε κάποια αποθήκη θα σαπίζουν -στην καλύτερη περίπτωση- ή στα σκουπίδια. Δεν υπάρχουν και λόγω χώρου με τα DVD και Blu-ray. Σε όποια μαγαζιά έχουν επιβιώσει κιόλας, γιατί έχουν κλείσει σχεδόν όλοι. Ήταν ένα ζευγάρι ηλικιωμένων στο Ναύπλιο που είχαν το μαγαζί και είχαν και κάτι στερεοφωνικά ξεχασμένα από το Θεό, από τα ασημένια τα βαριά, τα παλιά. Οπότε μπαίνουμε στο μαγαζί με το Βασίλη και λέμε, «Γεια σας θέλουμε να αγοράσουμε κάποιες κασέτες». Πρώτη απάντηση «Κύριε μου, δυστυχώς  απαγορεύεται θα μας κάνουν μήνυση οι εταιρίες», «Ποιες εταιρίες; Έχουν κλείσει οι εταιρίες εδώ και χρόνια», «Μα τι λέτε;» μου λέει, «Προχτές μας έφεραν αυτό». Με τα πολλά κάπως προσπαθούμε να τον πείσουμε. «Έχετε τόσες πολλές» του λέμε, «δώστε μας και μας καμιά δεκαριά, θα σας λείψουν;» και τι μας λέει, «Αχ! Καλά μου παιδιά, αν είχατε εσείς παιδιά, θα μπορούσατε να διαλέξετε ποιο θα πουλήσετε; Οι βιντεοκασέτες είναι σαν τα παιδιά μας.» Ό,τι πιο κουφό μου έχει πει άνθρωπος στη ζωή μου, δεν βγάλαμε άκρη και φύγαμε.


Έχεις περάσει διάφορες περιπέτειες δηλαδή;
Άλλο ένα αστείο σκηνικό: Όταν ξεκίνησα να μαζεύω, είχα μακρύ μαλλί και πάω σε ένα βίντεο-κλαμπ στη Δροσοπούλου το Space, το οποίο έχει κλείσει κι αυτό. Μπαίνω μέσα, ψάχνω στις ταινίες, βρίσκω 2-3 θρίλερ και λέω «γεια σας θέλω να αγοράσω αυτές τις ταινίες». Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι ήταν ένας τύπος κοντός με μουσάκι. Ξαπλώνει πίσω στην καρέκλα, με κοιτάζει και μου λέει «Θες να αγοράσεις θρίλερ ε; Σας ξέρω εσάς. Τα θέλετε για να κάνετε τελετές! Είστε σατανιστές» -τότε ήταν πρόσφατη η υπόθεση με τον Δημητροκάλη και τον Κατσούλα. Του λέω «Ορίστε;». «Θες το Suspiria του Argento. Το θέλεις για να κάνετε τελετές. Άντε φύγε από δω! Δεν σου δίνω τίποτα».


Θα τις πούλαγες τώρα;
Τώρα, όχι δεν νομίζω. Είναι συναισθηματικοί οι λόγοι. Αν μου έδινε κάποιος 10.000 ευρώ δεν θα ήταν άσχημα, αλλά σκέφτομαι όλα αυτά τα χρόνια που πέρασα για να τις μαζέψω. Υπήρχε μια περίοδος στο Μοναστηράκι που γινόταν ένα παζάρι στην Ερμού. Ήταν την εποχή που είχε βγάλει ο Παπανδρέου την απόφαση για την ιδιωτική τηλεόραση και μέσα σε δύο χρόνια έκλεινε το ένα βίντεο-κλαμπ μετά το άλλο. Και τι κάνανε λοιπόν, στήνανε πάγκους και πουλάγανε βιντεοκασέτες με το κιλό. Και είχαν τότε οι τρεις ένα χιλιάρικο ή δίνανε στις 10 τις 2 δώρο και φωνάζανε όπως πας στη λαϊκή για να αγοράσεις φρούτα και λαχανικά. «Ελάτε παιδιά! Τσόντες, καράτε, βαράτε!» Εκεί πέρα είχαμε βρει κάποια διαμαντάκια. Κάποια ήταν χαλασμένα ή είχαν βάλει άλλες κασέτες μέσα στα κουτιά. Τελοσπάντων, έγινε ένα επεισόδιο με κάτι τσιγγάνους που πήγαν να σκοτωθούν, με αποτέλεσμα να σταματήσει ο δήμος το παζάρι και αναγκαστήκαμε να πηγαίνουμε σε μαγαζιά. Μας βγήκε σε καλό δηλαδή. Γενικά, σαν εποχή, με τις κασέτες ήταν πολύ γραφικά τα πράγματα. Μόνο έναν θυμάμαι στη Θεσσαλονίκη -που είχε ένα πολύ μικρό μαγαζί- ο οποίος ήξερε τι είχε και τις είχε ξεχωρίσει κιόλας. Είχε βάλει τα σήκουελ π.χ. μαζί. Επίσης έρχονταν πολλοί από το εξωτερικό, Σουηδοί, Αμερικάνοι, Άγγλοι που έκαναν διακοπές στην Ελλάδα και αγόραζαν. Έβλεπαν τα εξώφυλλα, δεν μπορούσαν βέβαια να διαβάσουν ελληνικά, και προσπαθούσαν να αποκρυπτογραφήσουν τις ταινίες. Έτσι έχει φύγει μεγάλη ποσότητα στο εξωτερικό. Θυμάμαι ότι πολλά βίντεο-κλαμπ μου είχαν πει: «Α, και ένας Σουηδός είχε περάσει πέρσι και είχε πάρει πολλές.» Και στα νησιά συνέβαινε αυτό πάρα πολύ.

Στο εξωτερικό συλλέγουν;
Γενικότερα στο εξωτερικό ήταν ακόμη χειρότεροι από εμάς εδώ πέρα. Υπήρχε πολύ ισχυρός πυρήνας συλλεκτών, ειδικά στις βόρειες χώρες και υπάρχει ακόμη και σήμερα. Αλλά ασχολούνται περισσότερο πλέον με τα DVD.


Στην Ελλάδα ξέρεις άλλους συλλέκτες;
Στην Ελλάδα είναι ο Φωκίων ο Μπόγρης. Αυτός που είχε μεγαλύτερη συλλογή από μένα ήταν ο μακαρίτης ο Βασίλης Μπαρούνης στον οποίο θέλω να αφιερώσω την συνέντευξη. Με είχε βοηθήσει πάρα πολύ. Μαζί βρίσκαμε ταινίες, είχε ένα πάθος με αυτό το πράγμα. Ήταν άλλοι δυο-τρεις οι οποίοι δεν έχω νέα τους. Γενικά σε αυτή τη φάση δεν νομίζω να υπήρχαν ποτέ πάνω από 5-10 άτομα σε όλη την Ελλάδα, δηλαδή με αυτή τη συγκεκριμένη τρέλα και ποσότητα. Μπορεί και λιγότεροι.

Τις ταινίες τις ήξερες πριν τις πάρεις;
Κάποιες ναι, κάποιες όχι. Απλά βλέπαμε τους ηθοποιούς και πιθανολογούσαμε ποιο μπορεί να ήταν. Κάποιες έβγαιναν άσχετες, κάποιες έβγαιναν διαμάντια.



back to main