Κάνω την καύλα μου την αριστερίστικη
Νίκος Λέκκας

Μία συζήτηση περί αριστεράς, ποίησης και «κρυφού» έρωτα με τον Περικλή Κοροβέση.

Πέμπτη μεσημέρι στο σπίτι του Περικλή Κοροβέση. Συζήτηση εφ’ όλης της ύλης για θέματα τρέχουσας πραγματικότητας. Τρεις ώρες μαζί του, με τις ιδιότητές του, κατασταλαγμένες στην λέξη Άνθρωπος. Χωρίς έπαρση, εγωκεντρισμούς. Με λέξεις απλές, με νοήματα καθημερινά, άνοιγε λεωφόρους στην ουσία της ζωής. Ένας Δον Κιχώτης… 

Φωτο: Νίκος Κατσαρός

Κύριε Κοροβέση το  τελευταίο σας βιβλίο «Παράπλευρες καθημερινές απώλειες» το βγάλατε από τις «Εκδόσεις των συναδέρφων», που είναι μια καινούρια προσπάθεια στο χώρο του βιβλίου. Αυτό πού αποσκοπεί, να μην έχουμε αφεντικά πάνω από το κεφάλι μας;
Είναι οκτώ άνθρωποι του βιβλίου με μεγάλη πείρα, που είχανε δουλέψει σε μεγάλους εκδοτικούς οίκους, και είναι όλες οι κατηγόριες από επιμελητές, διορθωτές, γραφίστες και πάει λέγοντας, που έχουνε μεγάλη εμπειρία στο βιβλίο. Αυτοί έμεναν απλήρωτοι, τους χρωστάγανε λεφτά, όποτε είπαν: αφού δεν πληρωνόμαστε που δεν πληρωνόμαστε, δεν ξεκινάμε ένα συνετισμό να βγάλουμε βιβλία εκλεκτά και όσο το δυνατόν με ποιο χαμηλή τιμή; Αυτός είναι ένας συνεταιρισμός που δεν αποσκοπεί στο κέρδος αλλά σε μια αξιοπρεπή επιβίωση των ανθρώπων που δουλεύουν εκεί. Η πολιτική τους είναι να βγάζουν βιβλία όσο τον δυνατόν πιο προσεγμένα και πιο φτηνά. Το δικό μου κοστίζει 5 Ευρώ, κάποια βιβλιοπωλεία το πουλάνε 4, 50 Ευρώ,^ περίπου όσο ένα πακέτο τσιγάρα. Το βιβλίο γίνεται προσιτό και κάποιος που το ναγαπά, αν πάρει ένα πακέτο τσιγάρα λιγότερο, παίρνει ένα βιβλίο. Το χαρτί του προσεγμένο, το εξώφυλλο προσεγμένο, τα στοιχεία του προσεγμένα. Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος με αυτή την συνεργασία γιατί δεν έχει την γραφειοκρατία του εκδοτικού οίκου.

Ο εκδοτικός οίκος λειτουργεί στην Ελλάδα σαν να σου βάζει θηλιά στο λαίμό…
Συν ότι σου προκαθορίζει και την φόρμα. Σου λέει μυθιστόρημα. Ποιήματα δεν βγάζω, διήγημα δεν βγάζω… Θέλει να έχει ένα συγκεκριμένο τύπο που να έχει χρεωθεί σαν μυθιστόρημα, σαν μελέτη, άλλα τέτοια κείμενα δεν βγάζουν. Για να δώσω ένα παράδειγμα, ένας μεγάλος εκδοτικός οίκος μου ζήτησε συνεργασία, τηλεφώνησα και τους είπα ότι έχω ένα βιβλίο
«Α! πολύ ωραία», είπαν, «τι είναι το βιβλίο;». «Είναι μικρά κειμενάκια, έχουνε σκέψεις, απόψεις, κάποια ιστορικά γεγονότα…». «Α! Δεν μας ενδιαφέρει»! Δεν τα πήρε ούτε από περιέργεια να δει τι είναι, αν του αρέσουν ή δεν του αρέσουν.

Οι εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα – αυτοί που ασχολούνται με ποίηση είναι 3-4. Και μάλιστα ο ένας έχει κάνει λεφτά από αυτόχρηματοδοτούμενες ποιητικές συλλογές που ο κάθε νέος ποιητής ονειρεύεται.
Ναι, αυτό είναι μεγάλη μπίζνα, είναι ανάλογα με τον εκδοτικό οίκο, έχει μια ταρίφα  3- 4 χιλιάρικα και οι μικρότεροι εκδοτικοί οίκοι που βγάζουνε χρήματα, αυτοί το κάνουνε με 1500–2000–1000, συν ότι η ποίησή σου κράτα τα πνευματικά δικαιώματα για πάντα. Αν υποθέσουμε ότι κάποιος πάρει Νομπέλ, τα δικάιωμα τα παίρνει ο έκδοτης εφ όρους ζωής.

Μίλησα επίτηδες για ποίηση γιατί στο τελευταίο σας βιβλίο, που εσείς τα ονομάζετε μικρά κείμενα – για τους δικούς σας λόγους- εγώ τα θεωρώ πεζοτράγουδα… Και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Μου θυμίζει κάποια πεζά ποιήματα του Λαπαθιώτη, του Μπώντλαίρ κοκ, τέτοιας δύναμης, τέτοιας έντασης και τέτοιας εμβέλειας, και είναι πάρα πολύ δύσκολο να «πετάξεις» στην αγορά τέτοια πεζά ποίημα γιατί οι καιροί είναι αντίποιητικοί για τους εκδότες.
Εγώ δεν ξέρω πώς να τα κατατάξω, από την άποψη ότι όλο αυτό το βιβλίο θα έμενε στα συρτάρια επειδή δεν έμπαινε σε μια λογοτεχνική δεδομένη. Και λέω με αφορμή ένα τυχαίο γεγονός, με μια κοπέλα σε μια εκδήλωση, την Αγγελική -μου έκανε εντύπωση πώς ένα νέο κορίτσι ασχολείται με τέτοια πράγματα και ήξερε ένα τέτοιο κειμενάκι που της το είχε δώσει κάποιος φίλος της χειρόγραφο. Και λέω αφού κυκλοφορεί και δεν είναι παρανομία, γιατί να μην τα μαζέψω με μια φόρμα που να δένει, πιστεύοντας ότι η ποίηση δεν είναι μόνο σε στίχους άλλα μπορεί να υπάρχει και μες στο πεζό κείμενο. Δηλαδή, δεν χρειάζεται να έχει μορφή ποιήματο. Έχω πολλές ποιητικές συλλογές – μου στέλνουν πάρα πολλές – αλλά αυτό που βλέπω μια απλή φράση «καλημέρα κύριε πρόεδρε» να τη γράφουν «Καλημέρα / κύριε / πρόεδρε», τρεις γραμμές δεν μου αρέσει. Η ποίηση δεν βγαίνει με την κατάταξη, το φάσιον, αλλά με την εσωτερική δύναμη. Τώρα, αν όλα αυτά βγαίνουν ποιητικά, τόσο το καλύτερο για μένα, γιατί η πρότασή μου είναι –αν και είναι δουλεμένα  βέβαια πολλές φορές– να καταγράψω κάποια αισθήματα της στιγμής, κάποιες σκέψεις, κάποια ιστορικά γεγονότα που με είχανε εντυπωσιάσει π.χ  ότι η Ντόιτσε Μπανγκ είχε χρηματοδοτήσει το Άουτβιτς. Δεν το ήξερα και με εντυπωσίασε. Ο πατέρας Γκέρικ είχε κάνει το πρώτο στρατόπεδο εξόντωσης στην Αφρική. Αυτά τα είχα από την μια μέρια -να καταγράψω τα αισθήματά μου όπως μιλάω σ’ ένα φίλο που λέμε τα έσωψυχά μας αργά σ’ ένα μπαρ, που μιλάμε πολύ προσωπικά, εξού και ο προσωπικός χαρακτήρας στα ποιήματα, και από την άλλη το υλικό αυτό το παράξενο που μάζευα και ήταν για να χρησιμοποιείται σε άρθρα δεν μπόρεσε να αξιοποιηθεί, γιατί δεν έτυχε.

Παρόλα αυτά, σ’ όλα τα είδη λόγου και γραφής που έχετε ασχοληθεί η μια χημεία μπαίνει μέσα στην άλλη σπάτε τις φόρμες και αυτό μ’ αρέσει, είστε ένας πρωτοπόρος πάνω στην γραφή.
Οπωσδήποτε, αν δεν σπάσεις την φόρμα, μια δεδομένη φόρμα που υπάρχει, δεν μπορείς να έχεις την δικιά σου την γλώσσα, να βρεις την φωνή σου. Δηλαδή ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και διαφέρουμε όλοι, όπως είναι διαφορετικό το DNA, τα δακτυλικά μας αποτυπώματα κτλ. Πρέπει να βρούμε ποιοι είμαστε, που είναι το ποιο δύσκολο πράγμα που υπάρχει στην ζωή, γιατί ο άλλος σου δίνει την προσωπικότητα και εσύ την βρίσκεις έτοιμη, στην διαμορφώνουν από το σχολειό, από την εκκλησία, από την κοινωνία, από τα πολιτικά κόμματα. Ο μαύρος π.χ. δεν ήξερε ότι ήταν μαύρος, πίστευε ότι έχει το κανονικό χρώμα που έχουν όλοι οι άνθρωποι στην Αφρική. Όταν πουλήθηκε σκλάβος –καταρχήν στην Αγγλία, όπου για τρεις αιώνες ήταν το μεγαλύτερο κέντρο δουλεμπορίου– κατάλαβε ότι ήταν μαύρος, γιατί οι άλλοι τον είπαν μαύρο… Οποτε, λοιπόν, μας διαμορφώνουν μια προσωπικότητα που δεν είναι δικιά μας, μάς βάζουν σε μια φόρμα και σ’ ένα καλούπι και για να βρεις τον εαυτό σου είναι πολύ μεγάλος ο αγώνας. Λοιπόν, το ίδιο συμβαίνει και με την γραφή. Εγώ σ’ όλο το φάσμα του γραπτού λόγου που έχω ασχοληθεί, βρίσκω ότι είναι ενιαία η γραφή, αλλά αλλιώτικα θα μιλάει ένας αφηγητής σ’ ένα βιβλίο και αλλιώτικα θα μιλάει  ένας θεατρικός  ήρωας. Άρα, λοιπόν, υπάρχει στην ουσία σ’ ένα συγγραφέα ένα ενιαίο κείμενο στο βάθος, μόνο που παίρνει διαφορετικές μορφές, ανάλογα με αυτό που θέλει να εξεπεργαστείς, σαν να ρίχνεις έναν υποβολέα.

Θα σας πω μια εμπειρία μου που μου είχε συμβεί πριν από 5 χρόνια. Ήμουν σε μια μπάρα στην Ρόδο, ήταν κοντά στο ξημέρωμα, ήμασταν άπαντες πιωμένοι, και απαγγέλαμε ποίηση. Όποτε σηκώθηκε ένας κύριος τότε γύρω στα 45 και απάγγειλε χωρία από το Ταλγκο μπαρ, το θεατρικό σας. Μας είπε ότι όταν ήταν φοιτητής στην Αθήνα, αυτό το κείμενο τον είχε σηματοδοτήσει, ένα βιβλίο που τώρα πια μόνο σε παλαιοβιβλιοπωλεία μπορεί να το βρεις. Σε καθορίζουν τα γραπτά για να τα βγάλεις προς τα έξω; Είναι βιωματική η σχέση με το γραπτό; Όσο μπορεί να θεωρηθεί κάτι βίωμα.
Κατά κανόνα, όλα τα βιβλία είναι βιωματικά, αλλά τα παραποιείς. Τα παραποιείς γιατί δεν κάνεις ρεπορτάζ για να είσαι ακριβής, ψάχνεις να βρεις την αλήθεια πέρα από την πραγματικότητα. Όταν π.χ. γνωρίσω κάποιον στην Αριστερά που είναι λαμόγιο και γράψω για αυτόν, θα κοιτάξω να μην μπορέσει να εντοπιστεί, και να αποδώσω όσο το δυνατό ακριβέστερα το χαρακτήρα του λαμόγιου. Είναι αυτό που μας έλεγε ο Μπαρκ στα μαθήματά του, ότι η λογοτεχνία είναι σαν τον κλέφτη των αλόγων. Ο οποίος παίρνει ένα άλογο άσπρο, το βάφει μαύρο και το πουλάει στον ιδιοκτήτη του. Τα μη ιστορικά κείμενα στο βιβλίο ξεκινούν από μια προσωπική αφορμή, κάτι μ’ απασχολούσε. Έχω ξεχάσει τώρα από πού είναι, γιατί άλλα δεν είχαν ημερομηνίες, άλλα δεν τα θυμάμαι... Είναι ένα κέντρισμα που έχεις, το οποίο συχνά αν βρεθείς με μια καλή παρέα μπορείς να το κουβεντιάσεις, αν η παρέα βέβαια μπορεί και ακούει, γιατί υπάρχουν φορές που δεν ακούνε, και αυτό είναι το πιο συνηθισμένο στην Ελλάδα, να θεωρείς την παρέα μικρό ακροατήριο σου. Και πρωταγωνιστείς, και μιλάς για τον εαυτό του, για το έργο σου... Δεν γίνεται έτσι, χρειάζεται πάρε–δώσε. Έτσι γίνεται η συνεννόηση, εξού και τα κλασικά κείμενα του Πλάτωνα για παράδειγμα, είναι διάλογοι. Γιατί μέσα από τον διάλογο αναπτύσσεται η σκέψη…

Και ο διάλογος μπορεί να είναι ένας βαθύτατα εσωτερικός μόνολογος.
Ναι, αλλά στην ουσία έχεις την αίσθηση ότι συνομιλείς με κάποιον. Δηλαδή, όταν γράφεις και το βγάλεις, είναι σαν να το λες σε κάποιον, σαν να έχεις ένα πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης και να του λες τα προσωπικά σου, και έχει σημασία το προσωπικό, γιατί μεταφέρει ένα βίωμα και όχι μια θεωρία ή κάποιο ιδεολόγημα.

Θεωρώ πολύ σημαντικό σ’ ένα άνθρωπο –ειδικά αν είναι συγγραφέας– να μην φοβάται να τσαλακώσει την εικόνα του. Να πει εγώ είμαι έτσι.
Ακριβώς. Για αυτό έχω γίνει πολλές φορές θύμα κακών σχολιασμών γιατί όταν παρουσιάζω βιβλία, λέω ό,τι μου έρχεται. Και να σου δώσω ένα παράδειγμα, μια φόρα, όταν παρουσίαζα ένα βιβλίο στην Θεσσαλονίκη, ήταν η γυναίκα ενός φίλου μου με τον οποίο είχε χωρίσει. Την βλέπω από κάτω, (η παρουσίαση μεταδιδόταν ζωντανά από το ραδιόφωνο) και της λέω «Επιτέλους, τώρα που χώρισες, θα μπορέσω να σε γαμήσω». Και άρχισε ο κόσμος να φεύγει. Και την διάβασα μετά: ότι το ’91 το είχε πει ο Γκίσμπερκ στην τηλεόραση για την Μπριζίτ Μπαρντό. Εκφράσου όπως νιώθεις, δεν προσβάλεις κανέναν. Εν τω μεταξύ, η μόνη που δεν προσβλήθηκε  ήταν αυτή και έμεινε στους ελάχιστους που απομείνανε. Και μετά πήγαμε και φάγαμε. Ολόκληρη η ομιλία αυτή δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία». Αψογη, είχε ρυθμό, αρχή, μέση τέλος… Μια άλλη φορά, στα Γιάννενα, με φώναξαν να παρουσιάσω το βιβλίο ενός βορειοηπειρώτη. Εν τω μεταζύ, δεν ήξερα ότι ήταν τόσοι επίσημοι, είχε έρθει ο μητροπολήτης, είχε έρθει ο στρατηγός και τα χάνω. Αρχίζω και λέω «αυτό που λέμε Βόρειο Ήπειρος είναι Νότια Αλβανία, κάποτε πρέπει να ζητήσουμε συγνώμη για τις σφαγές που έκανε ο Ζωγράφος το 1905. Σηκώνεται ένας γέρος και μου λέει «Αίσχος, ντροπή σας, πώς μιλάτε έτσι για τον ήρωα Ζωγράφο. Είμαι ο εγγονός του..». Στο σημείο αυτό αποχωρώ και μπαμ φεύγουν όλοι οι επίσημοι. Φεύγει και αυτός που είχε οργανώσει την εκδήλωση, και από πάνω οι φοιτητές πλάκωσαν τα χειροκροτήματα. Λέω, παιδιά, κατεβείτε κάτω, έχει τώρα χώρο και μετά μου λένε τα παιδιά «τον Κοροβέση φώναξαν, δεν φώναξαν τον μητρόπολητη της μονής Πετράκη!».

Πάνω σ’ αυτό που λέτε, έχετε γράψει ότι η εγγονή του Μάο είναι δισεκατομμυριούχος. Όποτε το λέω σ’ ένα φίλο μου παλιό Μαοϊκό, μου λέει αποκλείεται. Είναι αυτό που έχετε γράψει «ότι η Αριστερά ή αργεί να δει, ή δεν βλέπει πότε».
Ναι, θεωρείται ταμπού και δεν θέλουν να χάσουν τις αυταπάτες τους. Υπάρχουν άνθρωποι οι όποιοι κολλάνε σε κάτι βεβαιότητες και σε ονόματα. Αυτό δείχνει έναν μη ελεύθερο άνθρωπο που έχει ανάγκη από ένα στήριγμα. Μου είχε πει ο Φίλιππος Ηλιού, που ήταν κατά του καψίματος των φακέλων: «Καίνε την Ιστορία. Γιατί αν αυτά έμπαιναν σ’ ένα αρχείο και τα άνοιγαν μετά από 30 χρόνια, όπως έκαναν στην Αμερική ή στην Αγγλία, θα βλέπαμε ότι η μισή κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ ήταν χαφιέδες. Αν και τους φακέλους τους πραγματικούς δεν τους κάψανε πότε.

Η Αριστερά έχει ξαναγίνει της μόδας; Τι πιστεύετε; Ο ΣΥΡΙΖΑ που στην πρώτη του εκδόχή ήσασταν βουλευτής από 4% ΄πήγε 27%. Δηλαδή, όλοι μας έχουμε Αριστερές τάσεις, ή παίζει και η αγανάκτηση;
Νομίζω ότι το ποσοστό της Αριστεράς είναι μικρό. Είναι της τάξης του 4, 5, 6, παραπάνω δεν είμαστε. Αν βάλεις και το ΚΚΕ, τους πεις και αυτούς Αριστερούς, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ  και τις άλλες οργανώσεις  13%, όλες οι εκδόχες.

Το ΚΚΕ έχει αναπτύξει μια διπλωματία που έκτος από ηλίθια είναι και ύποπτη. Κάποτε πλησιάσαμε μία πολιτικό να μας  δώσει συνέντευξη σε ένα γκέι περιοδικό. Μας απαντά ότι είναι γονιός και κρίνεται. -άκρώς διπλωματική απάντηση. Απαρνιέται μερικά κόμμάτια της πρώην ζωής της, π.χ την ομοφυλοφιλία της, για να είναι η ορθολογική βουλευτής του ΚΚΕ.
Ναι, αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να γίνει. Ο άνθρωπος πρέπει να διεκδικεί την ταυτότητά του, όποια και αν είναι, γιατί όποια και αν είναι η σεξουαλική του προτίμηση είναι άνθρωπος, αγαπά έναν άλλο άνθρωπο. Είμαι συνδρομητής σ’ ένα εγγλέζικό περιοδικό- και κάποτε μας είχαν στείλει κάτι κάρτες και σε κάποια είχε έναν αεροπόρο Αμερικάνο. Από πίσω έγραφε. «Είμαι γκέι. Επειδή σκότωσα ανθρώπους βομβαρδίζοντας, μου έδωσαν ένα παράσημο. Επειδή ερωτεύτηκα έναν άλλο άντρα με διώξαν από το στράτο». Και κατάλαβα τώρα γιατί το είχαν βάλει. Λοιπόν, το φαντάζεσαι, ως δολοφόνος πήρε παράσημο, ως άνθρωπος που αγαπάει έχασε την δουλειά του. Τρελό. Ακόμα και από χριστιανική άποψη να το πάρεις, λέει «αγαπάτε αλλήλους». Δεν προσδιορίζει το φύλο. Υποθέτω τώρα ότι ο πρώτος ομοφυλόφιλος πάνω στην γη δεν ένιωθε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, η κοινωνία του έβαλε το, τίτλο, που διαχωρίζει τις σεξουαλικές προτιμήσεις. Και μετά οι διακρίσεις γίνονται πολλές. Φύλο, θρησκεία, χρώμα, φυλή κλπ. Κανονικά, όπως υπάρχει πρόθεση για τον αντιραστιστικό νόμο, θα έπρεπε να υπάρχει και ένας νόμος για τους ομοφυλόφιλους.

Εγώ συμφωνώ με την Ζωή Κωνσταντοπούλου. Καταθέστε τον επιτέλους να δούμε και τι γράφει. 
Όταν ξεκινήσανε τα πρώτα γκέι κινήματα σε Λος Ατζέλες, Σαν Φρανσίσκο, κυρίως Σαν Φρανσίσκο- όπως και των μαύρων την ίδια εποχή, έδωσαν μια ανανέωση στην Αριστερά, που φεύγει από την κατάληψη της εξουσίας και πηγαίνει στην απελευθέρωση της κοινωνίας. Δεν μπορεί μια κοινωνία να είναι ελεύθερη αν ο καθένας δεν βρίσκει τον εαυτό του, που αυτό είναι ο λόγος του, το κορμί του, και από εκεί επικοινωνούμε.

Εσείς έχετε στηρίζει γκέι περιοδικά, έχετε βοηθήσει πότε με την γραφή, πότε με την φυσική σας παρουσία γκέι ακτιβιστές. Αυτό στην επίσημη Αριστερά είχε αντίκτυπο; Το δεχτήκανε;
Όχι, δεν επηρέασε, αλλά εγώ έχω το ακαταλόγιστο και έτσι δεν μου μιλάνε. Εγώ κατά κάποιο τρόπο διαμορφώνομαι πολιτικά στον απόηχο του Μάη στο Παρίσι. Εκεί πέρα, αυτά που θεωρούνταν ως δικιά μου παραξενιά ήταν απελευθερωτικά κινήματα, οπότε διαμορφώνω μια άλλη αντίληψη και εκεί που αισθανόμουν διαφορετικός λόγω της παραξενιάς πού είχα χρεωθεί, αισθάνομαι ότι ανήκω σε κοινότητες που είναι κινήματα. Έπαιξε και ρόλο η φιλία μου με τον Λουκά Θεοδωροτακόπουλο, τον εκδότη του Αμφί, και τον Βελισσαρόπουλο. Πήγαινα στα πάρτυ τους, ήταν ένας πολύ φιλικός χώρος και πολύ θαρραλέος. Και μετά, από συζητήσεις, είδα τι τραβάνε. Ζουν μέσα στο φόβο. Όταν ήμουν βουλευτής, ετοίμαζα ερώτηση. Είχα έρθει σε επαφή με τον Βαλλιανάτο, τον Πολύχρωμο Πλανήτη, με τις εκδιδόμενες γυναίκες, αλλά δεν πρόλαβα. Τελείωσε η θητεία μου. Αυτό το έκανα γιατί υπάρχουν πολλοί ομοφυλόφιλοι και στην βουλή που κρύβονται. Έχω ένα΅ν ξάδερφο παπά που μου έχει πει ότι περίπου το 90% των παπάδων είναι ομοφυλόφιλοι. Όσον αφορά την ιεραρχία από πάνω, σχεδόν όλοι.

Αν δείτε αργά το βράδυ τηλεόραση, οι διαφημίσεις για τα κυρίαρχα σεξουαλικά γούστα πάνε και έρχονται. Και το πρωί είναι όλα τακτοποιημένα, με εκπομπές μαγειρικής και χαρούμενες οικογένειες…
Εγώ δεν βλέπω τηλεόραση. Μου αναποδογυρίζει το μυαλό και κοιμάμαι με εφιάλτες. Χάνεται η ιεραρχία των γεγονότων. Το οποιοδήποτε ανθρώπινο δράμα το κάνουν σόου με αυτή την φωνή την αμερικάνικη, παμ παμ και με πιάνει ταχυπαλμία. Όσες φόρες έτυχε να δω ήταν καμιά ταινία, η τελευταία που είδα ήταν η «Ανατομία ενός εγκλήματος» του Πριντίγκερ, το είχα χάσει αυτό το έργο και ήθελα να το δω. Λοιπόν, κόπηκε η ταινία δεν ξέρω πόσες φόρες, για διαφημίσεις. Οπότε καθάρισα σαρδέλες, τις αλεύρωσα, τις τιγάνησα και τις έφαγα στην διάρκεια τον διαφημιστικών διαλυμάτων. Έτσι, είναι σαν στο δικό μου το βιβλίο να βάζει διαφημίσεις το Τζάμπο, ο Μαρινόπουλος κοκ. Και να μου πει ο εκδότης έτσι λειτουργεί. Γιατί όλα τα έργα τέχνης έχουν μια συνοχή. Όταν στην κόβουν, κόβεται και η σκέψη σου. Και την πατάω με κάποιες ταινίες που έχω χάσει. Αλλά φτύνω αίμα.

Η γειτονιά σας –πέριξ της Αχαρνών– έχει μια παράδοση στην δράση Χρυσαυγιτών. Αυτοί οι άνθρωποι ζουν στο σκοτάδι. Στις τελευταίες εκλογές στον Άγιο Παντελεήμωνα πήραν το 20%.
Είναι ακόμα χειρότερα. Κουβέντιαζα εδώ πέρα, σ’ ένα καφενείο της γειτονιάς μ’ έναν αστυνομικό που είναι δημοκρατικός. Και μου έλεγε ότι δεν είναι η Χρυσή Αυγή, είναι οι κάτοικοι ακόμα χειρότερο. Η Χρυσή Αυγή μπαίνει μπροστά, οι κάτοικοι είναι αυτοί που συμπεριφέρονται έτσι και σίγουρα είναι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής. Όποτε η Χ.Α εκφράζει το βαθύ Ελληνικό κράτος όπως το διαμόρφωσε ο Μεταξάς και την συντηρητική κοινωνία. Δηλαδή η κοινωνία μας – ό,τι και να ψηφίζει ο άλλος από ΚΚΕ έως ΝΔ- μπορεί να έχει φασιστικά στοιχεία. Είχα διαβάσει ένα γκάλοπ παλιά στον Ταχυδρόμο για την θανατική ποινή, το μεγαλύτερο ποσοστό υπέρ της -αν δεν κάνω λάθος- το είχε το ΚΚΕ. Λοιπόν, τώρα αν είσαι υπέρ της θανατικής ποινής και είσαι και ΚΚΕ, χαιρετίσματα.

Θα σας πω κάτι άλλο που γεφυρώνει τα άκρα. Κάποτε, στην Πάτρα, ως φοιτητής ήξερα ένα παιδί Χρυσαυγίτη -όταν η Χρυσή Αυγή ήταν στο 0,2%- ο οποίος εμπορεύονταν χασίς. Οι πελάτες του ήταν οπαδοί της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς …
Ναι, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Τίποτα δεν είναι. Δηλαδή, πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε τι κρύβεται πίσω από τον ορίζοντα που βλέπει το μάτι μας. Αυτή την στιγμή που μιλάμε απ’ εδώ μέσα περνάνε 100δες ηλεκτρομαγνητικά κύματα, τα FM φαίνονται; Υπάρχει και το αόρατο. Πρέπει να μάθεις να βλέπεις πέρα από το μάτι σου. Και αυτή είναι η διαφορά. Αν νομίζεις ότι ο κόσμος είναι μόνο τηλεόραση, έχεις χάσει την ανθρώπινη ιδιότητά σου, που είναι να βλέπεις πέρα από τον ορίζοντα. Είναι αυτό που λέει ο Καβάφης «Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα σημερινά, οι σοφοί δεν βλέπουν αυτά που έρχονται». Εκεί πέρα είναι το πρόβλημα, να βλέπεις από μακριά τι γίνεται, και πάνω σ’ αυτό να προσδιορίσεις την πορεία σου. Όταν πήγα στην «Ελευθεροτυπία» το ’90 είχα μελετήσει πολύ καλά την σχολή του Σικάγο, το νεοφιλευθερισμό, έγραφα κείμενα από τότε. Με πλησιάζει ο Δούσης ο Ντάνος που ήταν μια φυσιογνωμία της Αριστεράς, πνευματικός πατέρας πολλών δημοσιογράφων, και μου λέει έλα εδώ ρε Περικλή, για μεροκάματο τα γράφεις, ή για να κάνεις προπαγάνδα; Άσε τις υπερβολές, άσε τα αριστερίστικα, αυτά γράφτα στην «Εποχή», αυτά που λες είναι υπερβολικά. Μετά από 20 χρόνια εγώ δικαιώθηκα. Τι να το κάνεις; Από τότε έπρεπε να είχαμε χαράξει πολιτική για τον νεοφιλευθερισμό. Αν είχαμε προετοιμαστεί, θα ήμασταν έτοιμοι. Είναι αυτό που μου έλεγε ένας μακαρίτης μπάρμπας μου: αν δεις το βιαστή που έρχεται στα 100 μέτρα να σηκωθείς να φύγεις, αν κάτσεις και σε γαμήσει είναι μάταιο να διαμαρτυρηθείς. Και αυτό επάθαμε.

Άνθρωποι της Αριστέρας -και όχι μόνο- ο Σάββας Μιχαήλ, εσείς, ο Μάνος Χατζιδάκις τα είχατε προβλέψει σ’ άλλους καιρούς και σας είπαν τρελούς.
Σου λένε ότι κάνεις τον Αριστεριστή. Όταν εγώ έχω τα ντοκουμέντα μου, και όλες οι πηγές μου κατά κανόνα είναι από το διεθνή τύπο, ξένα βιβλία  αμετάφραστα. Αντί να πούνε καλά τα λέει, λένε ότι πάλι κάνει την καύλα του την αριστερίστικη. Και το έχω πάρει και εγώ τώρα ως συνήθεια να απαντώ ότι την καυλά μου την αριστεριστίκη κάνω.

Είναι ωραίο να κάνεις την καύλα σου. Τα δίνεις χωρίς να περιμένεις να πάρεις.
Κοίταξε, εγώ αισθάνομαι καλά, είναι σαν να κάνω μια πνευματική γυμναστική, μου δίνει μια ευφορία όταν κάθομαι και ανακαλύπτω πράγματα, λέω ρε γαμώτο, τουλάχιστον να μην πεθάνω ηλίθιος, να καταλάβω την ζωή που ζούσα, αν είναι δυνατόν να καταλάβω όλη την ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης. Από αυτή την άποψη δεν μ’ ενδιαφέρει τι θα πει η Κυρά-Κατίνα, ο Κυρ-Γιώργης, ας κοιτάξουν εκεί πέρα την τηλεόραση τους. Αυτό που ζητάω είναι να μ’ αφήσουν στην ησυχία μου. Δεν θα βγουν να με καθοδηγήσουν. Εκεί γίνομαι μπαρούτι. Κοιτάζω να μην προκαλώ, αλλά στην ηλιθιότητα των άλλων εγώ δεν θα κάνω διάλογο. Αυτό μου δίνει μια ευφορία γιατί ζω την πραγματική ζωή και όχι την εικονική ζωή. Συν ότι συναντάω φίλους. Δηλαδή, ένα βιβλίο κατά κάποιον τρόπο είναι και ένα γράμμα. Τώρα λεφτά δεν βγαίνουν, σ’ έχουνε σαν το τελευταίο τροχό της αμάξης. Αυτό συνέβαινε στον χώρο του βιβλίου και πριν από την κρίση...



back to main