Prima Donna in Love
Διονύσης Ανεμογιάννης

Γνωρίστε την σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου και λατρέψτε την ελεύθερα.

Όταν θεωρείσαι η μεγαλύτερη Eλληνίδα σοπράνο μετά την Μαρία Κάλλας και ζεις στην Ελβετία με επτά άτομα υπηρετικό προσωπικό, όταν όλη σου η ζωή συμπυκνώνεται στις λίγες ώρες που θα τραγουδήσεις στη σκηνή και λίγο μετά, όταν κλείσουν τα φώτα, επιστρέφεις μόνη και ανώνυμη σε αβάσταχτα μοναχικά ξενοδοχεία πέντε αστέρων, είναι λογικό τα καράτια της λυρικής σκηνής να σου αφήσουν σημάδια στο λαιμό. Όμως η Σόνια Θεοδωρίδου, δεν ήθελε να ζει έτσι. Σαν άλλη Carmen, με την απειλή του θανάτου, πάλεψε να ξανακερδίσει τον εαυτό της, την ελευθερία και τον έρωτα. Σήμερα διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Καλών Τεχνών του Βερολίνου, έχει τη δική της δισκογραφική και ορχήστρα, τραγουδάει Καβάφη σε μελοποίηση Αθ. Σιμόγλου και λαϊκά τραγούδια με τον Πλέσσα, ενώ σπέρνει μουσικές βιβλιοθήκες σε όλη την ελληνική επικράτεια. Στο σπίτι της περπατάει ξυπόλυτη –υποχρεώνει και όλους τους υπόλοιπους να την ακολουθήσουν-, κυνηγά τον χεïβιμεταλλά γιόκα της να φάει πρωινό και ονειρεύεται να τραγουδήσει Leonard Cohen και Tom Waits. Είναι τόσοι οι λόγοι για να ερωτευτεί κανείς την Σόνια Θεοδωρίδου.

Η Σόνια γεννήθηκε στη Βέροια από Πόντιους γονείς, πατέρα που μόλις είχε επιστρέψει από την εξορία. Μικρή κοινωνία, φτώχεια, λίγες ευκαιρίες, όμως μεγάλη τύχη για τη μικρή Σόνια να έχει γονείς «αμόρφωτους, αλλά βαθειά καλλιεργημένους». Την ώθησαν να σπουδάσει στο Εθνικό Ωδείο, απ’ όπου τελικά έφυγε στο εξωτερικό με την υποτροφία Μαρία Κάλλας και μια πολλά υποσχόμενη καριέρα. Πλέον, ζει μόνιμα στο Βερολίνο με τον σύζυγό της Θεόδωρο Ορφανίδη και τον γιο της. Στις λιγοστές της επισκέψεις στην Ελλάδα βρίσκει καταφύγιο στο εντυπωσιακό νεοκλασσικό που νοικιάζει στα Εξάρχεια. Προτιμά τα Εξάρχεια γιατί «εκεί δεν είναι ξενέρωτα».

Φωτο: Νίκος Κατσαρός

Ποιοι λόγοι σας ώθησαν να ζήσετε μόνιμα στο εξωτερικό;
Ζούσαμε πάντα έξω. Άλλωστε, ποιος κάνει καριέρα στο λυρικό θέατρο στην Ελλάδα; Το Βερολίνο, όπου μένουμε, είναι ωραία πόλη, παρακμιακή, έχει έναν οργασμό καλλιτεχνικό που αβαντάρει τους καλλιτέχνες. Αθήνα όμως δεν είναι, στην Αθήνα υπάρχει μια ξεχωριστή ομορφιά.

Τι θέση έχει η τέχνη σε μια κοινωνία με τόσο σοβαρά βιοποριστικά προβλήματα;
Πάντα κάτι θα βρεις να φας, η πραγματική πείνα είναι πολιτιστική. Έχουμε χάσει την ταυτότητά μας και δεν ξέρουμε πού βαδίζουμε και τι κάναμε τόσο καιρό. Είμαστε γενιά χειρότερη από τους γονείς μας γιατί στα παιδιά μας δώσαμε σκατά, δώσαμε design, αυτοκίνητα, ψέματα και όχι εκείνη την ποιότητα ζωής που θα ήταν γι’ αυτά εφόδιο για το μέλλον. Τα τελευταία τριάντα χρόνια οι Έλληνες πρόδωσαν τα ιδανικά, τις αρετές, την ‘ελληνικότητα’ για την οποία μιλά ο Καβάφης. Οι καλλιτέχνες ερχόμαστε τώρα με τον πολιτισμό για να υπενθυμίσουμε στους Έλληνες από πού ξεκινήσαμε, τις ευαισθησίες που έχουμε ως λαός. Δεν είναι τυχαίο που οι νεαροί γίνονται τρομοκράτες, η κρίση δεν είναι βιοποριστική.

Η τελευταία σας δισκογραφική κυκλοφορία είναι τραγούδια σε ποίηση Κ.Π. Καβάφη. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει στον ποιητή;
Ο Καβάφης ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του, σε όλους τους τομείς. Έγραφε « Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις / τούτο προσπάθησε τουλάχιστον/ όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις / μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου / μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες», πόσο επίκαιρος που είναι! Επίσης ήταν δηλωμένος ομοφυλόφιλος, πράξη που την εποχή του ισοδυναμούσε με επανάσταση. Πρέπει ο καλλιτεχνικός χώρος να στηρίξει τους ομοφυλόφιλους. Εμένα οι καλύτεροί μου φίλοι είναι γκέι, τι να κάνω να απαρνηθώ τους φίλους μου; Πρέπει να λέμε την αλήθεια και να σεβόμαστε τους συνανθρώπους μας. Όλοι ομοφυλόφιλοι είμαστε, όλοι το χουμε μέσα μας. Είναι επιλογή του καθενός να γίνει ό,τι θέλει.

Τραγουδάτε τραγούδια του Νότη Μαυρουδή, κάνετε περιοδεία με τον Μίμη Πλέσσα ενώ έχετε ερμηνεύσει μέχρι και Jacques Brel . Πόσο μεγάλη πρόκληση είναι αυτή για μια τραγουδίστρια της όπερας;
Πολλοί απορούν πώς μπορεί να μην τραγουδάω in posto κατά βούληση. Αυτό  όμως γίνεται επειδή η ψυχή μου με καθοδηγεί εκείνη μου υπαγορεύει πώς να χρησιμοποιήσω τη φωνή μου για να εξυπηρετήσω το κομμάτι. Ακόμα και να τσαλακωθώ. Δεν με φοβίζει η έκθεση, γιατί δεν έχω να αποδείξω τίποτα. Όταν τραγούδησα Jacques Brel, αναζητούσα να βρω αυτό τον άντρα στην μουσική του και ένοιωσα ότι δεν μπορούσα να πω τα τραγούδια του αλλιώς παρά βραχνά, ψιθυριστά, ερωτικά. Όλοι απορούσαν.

Πιστεύετε ότι ειδικά στο χώρο της κλασσικής μουσικής υπάρχει κάτι σαν μουσική μονομανία;
Οι περισσότεροι τραγουδιστές κουβαλάνε κόμπλεξ. Όμως η μουσική είναι σαν ένας εραστής στον οποίο πρέπει να παραδοθείς. Μόνο έτσι θα την απολαύσεις. Πόσες φορές πια να τραγουδήσω ‘Μουσικό Αυλό’; Να μην πάω λίγο παραπέρα; Τώρα έχω βάλει σκοπό να τραγουδήσω Leonard Cohen και Tom Waits, να δω μέχρι που φτάνουν τα όριά μου. Γιατί όταν βρεις τα όριά σου και με ένα μικρό βήμα τα υπερβείς, καταλαβαίνεις ότι δεν έχει όρια και αυτό είναι μαγικό.

Υπάρχει κάποια όπερα στην οποία έχετε απωθημένο να τραγουδήσετε;
Θα ήθελα να τραγουδήσω στην ‘Madame Butterfly’. Γενικότερα, λατρεύω τους δραματικούς ρόλους του Βερισμού (ρεαλιστική όπερα). Είμαι τραγουδίστρια του πάθους και του δράματος. Να με μαχαιρώνεις, να πεθαίνω για τον γκόμενο, για τέτοια είμαι πρώτη.

Από μικρή ηλικία είχατε τη Μαρία Κάλλας ως πρότυπο. Πόσο άλλαξε ο τρόπος με τον οποίο βλέπατε τη μεγάλη σοπράνο κατά τη διάρκεια της μουσικής σας ενηλικίωσης;
Η Μαρία Κάλλας εξακολουθεί να είναι το πρότυπό μου. Αν ζούσε όμως, δεν θα ήμασταν φίλες, γιατί η Κάλλας ήταν ψώνιο. Δεν μπορώ όμως να αρνηθώ ότι ήταν αξεπέραστη μουσική ιδιοφυία˙ η φωνή της ήταν ένα εργαλείο που έκανε τα πάντα για να υπηρετήσει τη μουσική. Vissi d’ Arte, με μια άρια τα είπε όλα. Όποιο ρόλο και αν μελέτησα, ακούω πρώτα την εκτέλεση της Μαρίας Κάλλας και μετά παίρνω το δικό μου χρώμα. Καμία άλλη δεν μ ενδιαφέρει. Γιατί εκείνη είπε την αλήθεια στην μουσική. Συνδύαζε την απόλυτη τεχνική με την απόλυτη ειλικρίνεια.

Την προσέχετε τη φωνή σας;
Ζω με την φωνή μου. Έτσι κάθε πρωί βγάζω έναν ήχο να δω αν είναι στην θέση της. Μετά είμαι ήσυχη. Την σέβομαι πάρα πολύ γιατί είναι το σώμα μου, δεν κάνω όμως υπερβολές, δεν τριγυρνώ με μαντίλια. Βέβαια, μια μέρα πριν τραγουδήσω δεν μιλάω σε κανέναν. Έχω στυλό και χαρτί και γράφω. Ευκαιρία για τον άντρα μου να μου τα ψάλλει και να μην απαντήσω. Αλλά όχι, δεν λέει τίποτα ο άνθρωπος.

Ποιο ήταν το κόστος για να φτάσετε εδώ που φτάσατε;
Αυτό το κωλοκράτος, η ‘επίσημη Ελλάδα’ όπως την ονομάζει ο Χατζιδάκις, μας στέρησε τη χώρα μας. Εμείς οι Έλληνες ξέρουμε τι θα πει νόστος. Κάθε Πάσχα στην Ανάσταση, όλοι χαίρονταν και εμείς κλαίγαμε. Γιατί εμείς δεν ήμασταν στην πατρίδα μας, με τις οικογένειές μας. Πέθαναν και οι δύο μου γονείς και δεν πρόλαβα ούτε στις κηδείες τους να πάω. Αυτή είναι η πραγματική θυσία. Να σας πω κάτι; Η μεγαλύτερη παγίδα είναι το κουστούμι που φοράς στην σκηνή να το παίρνεις και στο σπίτι σου. Τότε το έχασες το παιχνίδι. Το κατάλαβα, ευτυχώς, έγκαιρα επειδή παρατηρούσα πολύ τους ανθρώπους και καταλάβαινα τη δυστυχία τους. Σκεφτείτε, παραστάσεις, ανήμερα των Χριστουγέννων. Όλος ο κόσμος σε αποθεώνει και πας στο ξενοδοχείο και είσαι ολομόναχος. Αυτή τη μοναξιά πρέπει κάπως να τη διαχειριστείς. Διότι είσαι είναι το επίκεντρο της προσοχής τόσων ατόμων και ξαφνικά στο ξενοδοχείο είσαι ένα τίποτα πεταμένο σε ένα μικρό δωμάτιο.

Ποιο γεγονός θεωρείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή;
Κάποτε από λάθος διάγνωση γιατρού μου ανακοίνωσαν ότι θα πέθαινα σε δύο μήνες. Ήταν εμπειρία τρομακτική γιατί ξέρεις ότι οι δύο μήνες είναι –γαμώτο- πολύ σύντομος χρόνος. Η πρώτη μου σκέψη ήταν το παιδί μου. Δεν ήμουν έτοιμη να φύγω. «Πού να πας, εδώ έχεις ένα μωρό», έλεγα στον εαυτό μου. Αρχικά θύμωσα πολύ. Μετά κάθισα και αναρωτήθηκα γιατί ήμουν άρρωστη. Κάτι συνέβαινε στην ψυχή μου. Εκείνο τον καιρό ζούσα στην Ελβετία με πολλά λεφτά και μια πολύ σημαντική καριέρα στην όπερα, όμως δεν είχα έλεγχο της ζωής μου. Είχα επτά άτομα υπηρεσία και άλλοι άνθρωποι καθόριζαν ποιον θα συναναστραφώ, πώς θα ντυθώ και τι θα κάνω. Ήμουν ένα ρομπότ που τραγουδούσε. Γύρω μου υπήρχαν άνθρωποι που με εκτιμούσαν ως φωνή, κανένας όμως δεν αγαπούσε την Σόνια. Επίσης, είχα χωρίσει και μεγάλωνα ένα παιδί μόνη μου. Έτσι είπα μέσα μου «φτάνει πια, γι’ αυτό αρρώστησες». Ήθελα να ’χω το δικαίωμα να είμαι ξυπόλυτη και άβαφτη, να κλαίω πραγματικά γιατί πονάω για έναν έρωτα. Ήθελα να τη ζήσω τη ζωή. Και, κάπως έτσι, όλοι όσοι μου παρίσταναν τους φίλους, επειδή τους πλήρωνα πανάκριβα εισιτήρια, εξαφανίστηκαν και έμεινε δίπλα μου μόνο ένας άνθρωπος: η οικιακή μου βοηθός. ‘Εκλαψα πικρά, αλλά σώθηκα. Είπα «μη σώσω και κάνω τίποτα, αρκεί να ’μαι ο εαυτός μου». Όταν έμεινα έγκυος μού είπε η μανατζέρ μου να το ρίξω, γιατί θα τραγουδούσα στο Σαλτσμπουργκ. Όχι απλά κράτησα το μωρό, αλλά σταματούσα την ορχήστρα στην πρόβα για να το θηλάσω. Πολλοί με έλεγαν γραφική, εγώ όμως ήξερα τι έκανα. «Μη σώσω να ξανατραγουδήσω αν είναι να πουλήσω το τομάρι μου. Εγώ ένα πράγμα ήθελα μόνο, να είμαι καλή μάνα».

Τι ρόλο έχει παίξει ο έρωτας στη ζωή σας;
Περίμενα πολλά χρόνια να βρω τον έρωτα, στο πρόσωπο του Θεόδωρου όμως βρήκα τον άνθρωπό μου. Τον γνώρισα σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ζωής μου, μέσω Facebook! Είχε πάει στο Βερολίνο και ένας φίλος του μαέστρος τού είχε δείξει μία συνέντευξή μου στην Ελευθεροτυπία, έτσι αποφάσισε να μου γράψει στο Facebook ένα γράμμα θαυμασμού. Εγώ είχα μόλις πρωτομπεί στο facebook και δεν ήξερα ότι μπορείς να αποκλείεις όσους δεν ήθελες˙ όποιος μού έκανε friend request τον έκανα φίλο από ευγένεια και μόνο. Μόλις είδα τα λόγια θαυμασμού σκέφτηκα ότι θα ταν από αυτές τις ψωνάρες που τρελαίνονται για τραγουδίστριες της όπερας. «Ορφανίδης, Πόντιος είστε;», τον ρώτησα, «μάλιστα» μου απάντησε,  «και εγώ Πόντια από την Βέροια». Τότε είχα μια πολύ ωραία φωτογραφία στο facebook, καραγκομενάρα. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μού έκανε κοπλιμέντο για την φωτογραφία, εγώ όμως του απάντησα «αυτά είναι photoshop, μην τα βλέπετε». Η απάντησή του ήταν ότι του είχαν κάνει εντύπωση τα μάτια μου. Τον ρώτησα «Με φλερτάρετε;», «γιατί κακό είναι;» απαντά, «Το ξέρετε ότι είμαι μεγαλύτερή σας;», «γιατί έχετε πρόβλημα;» απαντά ξανά εκείνος. Και λέω «βρε μήπως είσαι βλαμμένο»; Με τα πολλά, μού ζήτησε να μιλήσουμε στο skype. Δεν είχα ιδέα τι ήταν αυτό, ήταν πρωί του είπα «να μιλήσουμε καλύτερα το απόγευμα», κι έτρεξα να βρω κάμερα. Την αγοράζω, κάνω και το installation -ούτε εγώ ξέρω πώς- και περιμένω να έρθει η ώρα. Εντωμεταξύ, έχω βάλει την κάμερα δέκα μέτρα μακριά από τον υπολογιστή, επειδή ντρεπόμουν. Μού λέει «δεν θα πλησιάσεις»; Σιγά-σιγά το έκανα κι αυτό. Μετά από λίγο καιρό, αποφάσισα να τον γνωρίσω. Εκείνος ήταν μαέστρος στο Άμστερνταμ και είχε κάθε μέρα πρόβες. Μια μέρα που του είχε ακυρωθεί πρόβα, το πήρα απόφαση, βρήκα μια πτήση και έφυγα την ίδια μέρα για Άμστερνταμ, για να πιούμε καφέ. Στο αεροπλάνο σκεφτόμουν τι πάω να κάνω η τρελή, μπορεί να ήταν κανένας σχιζοφρενής και να με έκοβε κομμάτια! Φτάνω Άμστερνταμ, ανοίγει η πόρτα και βλέπω τον Ορφανίδη. Μόλις τον είδα, ήξερα ότι ήταν ο άντρας της ζωής μου. Φορούσε  καπέλο και γραβάτα και ενώ εμένα δεν μ’ αρέσουν οι χοντροί, αυτός μου άρεσε! Ήταν πολύ γλυκούλης. Εγώ δεν είχα σκοπό να μείνω, όμως μόλις πήγα σπίτι του και είδα ότι με είχε μαγειρέψει κοτόπουλο με ρύζι και ήταν τόσο όμορφη η ατμόσφαιρα, είπα να μην τον απογοητεύσω. Μού έφερε και ένα κονιάκ Μεταξά, ολόκληρο ποτήρι. Εγώ δεν πίνω ποτέ, μυρίζω αλκοόλ και μεθάω. Τι να κάνω όμως, να μην το πιω και να με πει οπισθοδρομικιά; Το κατεβάζω όλο με τη μία. Αρχίζω λίγο να ζαλίζομαι. Μού φέρνει και δεύτερο. Ας γίνω ντέφι λέω, το κατεβάζω και αυτό. Εκεί χάνω επαφή. Ανεβαίνει ο Θεόδωρος για μια στιγμή στο πάνω δωμάτιο να κοιτάξει κάτι e-mail και με ακούει από κάτω να τραγουδάω όπερα. Και ξαφνικά σιωπή, η σοπράνο ροχάλιζε! Ξεράθηκα! Ξύπνησα, όλα καλά, και έλεγα από μέσα μου ‘δεν θα κοιμηθείς μαζί του, ξέχνα το, δεν θα κοιμηθείς μαζί του’.

Κοιμηθήκατε;
Φυσικά! (γέλια) Για να μιλήσω όμως και λίγο σοβαρά, ο Θεόδωρος είναι ο καθρέφτης μου. Είναι η ψυχή μου απέναντι. Περίμενα πολλά χρόνια και είχα κάνει μια ευχή, να συναντήσω κάποτε τον σωστό άνθρωπο. Τελικά συνέβη.

Ποιο είναι το πιο μεγάλο όφελος που προέκυψε από την ενασχόλησή σας με τη μουσική;
Έκανα αυτό που πραγματικά ήθελα και βελτιώθηκα ως άνθρωπος. Η ενασχόλησή μου με το μεγαλείο της υψηλής τέχνης με έκανε πιο ταπεινή, συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι παρά ένα μικρό φωτάκι σε αυτό το τεράστιο σύμπαν. Έτσι πήρα και έδωσα πολλή αγάπη. Επίσης, τώρα που είμαι αναγνωρίσιμη, μπορώ να κάνω ευκολότερα πράγματα για το κοινό καλό, όπως τις μουσικές βιβλιοθήκες.

Η Σόνια Θεοδωρίδου θα ερμηνεύσει τραγούδια του Αθ. Σίμογλου σε ποίηση Κ.Π. Καβάφη, με τη συνοδεία της Orchestra Mobile σε διεύθυνση Θ. Ορφανίδη, την Τρίτη 26 Φεβρουαρίου στο Παλλάς.

Στη φωτογράφιση της κυρίας Θεοδωρίδου στην λαϊκή αγορά της Καλλιδρομίου συμμετείχε ο Τάσος Punk'sNotDead.



back to main